Ἡ παρουσία τῶν Ἑλλήνων στὴν Αὐστρία ἀνάγεται στὴ ρωμαϊκὴ ἐποχὴ καὶ τεκμηριώνεται βάσει τῶν ἑλληνικῶν ἐπιγραφῶν τοῦ 1ου-3ου μ.Χ. αἰ., ποὺ ἔφερε στὸ φῶς ἡ ἀρχαιολογικὴ σκαπάνη στὸ Carnuntum. Στοὺς λεγεωναρίους του ἀνήκαν Ἕλληνες ἀπὸ τὴ Μακεδονία καὶ τὴν Κάτω Ἰταλία. Σὲ ἐπιτύμβιες στῆλες, βωμούς, τοίχους, κεραμικά, μεταλλικὰ πλακίδια καὶ ἄλλα ἀντικείμενα ἔχουν διατηρηθεῖ τὰ ὀνόματά τους: Διόδωρος, Ἀσκληπίδης, Πρωτόμαχος, Νόννος, Ποσειδώνιος, Φλῶρος, Σμυρναῖος, Μελεσίδικος. Ἡ Εἰδικίη δὲ εἶναι ἡ πρώτη γνωστὴ Ἑλληνίδα, ποὺ ἔχει ταφεῖ σὲ αὐστριακὸ ἔδαφος.
Ἰωάννης Φουντούλης: Τὰ Ἅγια Θεοφάνεια (6 Ἰανουαρίου)
Τὸ θέμα τῆς ἑορτῆς
Θέμα τῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων ἢ Ἐπιφανείων εἶναι ἡ Βάπτισις τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὑπὸ τοῦ Τιμίου Προδρόμου καὶ ἡ κατ' αὐτὴν θεοφάνεια (φωνὴ τοῦ Πατρὸς περὶ τοῦ Υἱοῦ, κάθοδος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐν εἴδη περιστερᾶς). Ὁ Τίμιος Πρόδρομος ἤρξατο τοῦ ἔργου του τὸ φθινόπωρον τοῦ 26 (779 ἀπὸ κτίσεως Ρώμης), διήρκησε δὲ τοῦτο ὁλίγους μῆνας. Τὸν χειμώνα μεταξὺ 26 καὶ 27, ἴσως ἀρχὰς Ἰανουαρίου, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς νὰ βαπτισθῇ ὑπ' αὐτοῦ εἰς τὸν Ἰορδάνην. Τὰ περὶ τοῦ γεγονότος τούτου, βλ. εἰς Ματθ. γ΄, Μαρκ. α΄, Λουκ. γ΄, Ἰω. α΄. Τὸ κήρυγμα τοῦ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου καὶ ἡ Βάπτισις τοῦ Κυρίου εἶχον ὡς τόπον τὸ κάτω μέρος τοῦ Ἰορδάνου, ἔναντι τῆς Ἱεριχοῦς. Συγκεκριμένως ὁ Ἰωάννης εἶχεν ἐγκατασταθῆ εἰς τὴν ἔρημον τοῦ Ἰούδα, τῆς Ἱεριχοῦς καὶ τῆς Νεκρᾶς Θαλάσσης.