Ἡ χαρά τῆς Ἀναστάσεως καί ὁ Σταυρός

1680647851.jpg

Μητροπολίτου Αὐστρίας Ὑπερτίμου καὶ
Ἐξάρχου Οὑγγαρίας 
καὶ Μεσευρώπης κ. κ. Ἀρσενίου

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ὁλοκληρώθηκε καὶ φθάσαμε στὸ τέλος τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Ἑβδομάδος. Ἦταν πολὺ ἰδιαίτερη αὐτὴ ἡ Τεσσαρακοστὴ γιὰ τὴν ἁπανταχοῦ Ὀρθοδοξία ὅπως βέβαια γιὰ ὅλες τὶς Ὁμολογίες καὶ τὶς θρησκευτικὲς κοινότητες. Ἤρθαμε ἀντιμέτωποι μὲ τὴν πρόκληση τῆς ἀσθενείας, τοῦ πόνου, τοῦ θανάτου καὶ τῆς ἀβεβαιότητος σὲ παγκόσμιο ἐπίπεδο. Μέσα σ΄ αὐτὴ τὴν ὀδυνηρὴ κατάσταση, οἱ πιστοὶ καλοῦνται νὰ ἀπέχουν ἀπὸ τὸ Ποτήριο τῆς Ζωῆς, νὰ μείνουν μακριὰ ἀπὸ τὸ Χριστὸ καὶ νὰ στερηθοῦν τὴν παρουσία Του καὶ τὴ θεία παρηγορία ἀπὸ τὴν ψυχοσωματική τους ὕπαρξη. Στὴν περίπτωση αὐτῆς τῆς νόσου, ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον ἐφαρμόζει τὴν ἄκρατο καὶ ἐσχάτην οἰκονομία ὅπως ἔλαβε ἐντολὴ ἀπὸ τὸν Κύριό μας νὰ πράττει πάντοτε: “Ἀγάπα τὸν πλησίον σου, ὡς ἑαυτόν[1].

Τὸ Πάθος τοῦ Κυρίου μας ἔχει ὡς κατάληξη τὸ Σταυρὸ ὅπου ὁ Ἀναμάρτητος θυσιάστηκε γιὰ νὰ ἐπαναφέρει στὸ ἀρχέτυπο καὶ προπτωτικὸ κάλλος τὴν ὅλη ὕπαρξή μας. Τὸ πέρασμα ἀπὸ τὸ Σταυρὸ εἶναι ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη γιὰ τὴν πραγμάτωση τῆς Ἀναστάσεως. Δὲν μπορεῖ νὰ γίνει διαφορετικά. Ὁ Χριστὸς καὶ στὸ Σταυρὸ καὶ στὸν Τάφο, δὲν ἔπαψε οὔτε στιγμὴ νὰ εἶναι Ὁμοούσιος καὶ Σύνθρονος μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα ἀλλὰ καὶ τέλειος Ἄνθρωπος. Ὑποτάσσοντας τὸ θέλημά Του στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ Πατέρα δέχθηκε ἑκουσίως νὰ πεθάνει γιὰ μᾶς πάνω στὸ Σταυρὸ καὶ ἐκεῖ «ἐπάτησε» γιὰ χάρη μας τὸ θάνατο, τὴ φθορά.

Ὁ Σταυρὸς εἶναι τὸ τέλος τοῦ κόσμου τῆς φθορᾶς ἀλλὰ καὶ ἡ ἀρχὴ τῆς νέας ζωῆς ποὺ ξεκινᾷ μὲ τὴν Ἀνάσταση. Αὐτὴ εἶναι ἡ μεγάλη νίκη τοῦ Χριστοῦ ποὺ καταπάτησε τὸ θάνατο χαρίζοντας στὸν ἄνθρωπο τὴν αἰώνια ζωή. Ὅποιος πιστεύσει στὴν Ἀνάσταση δύναται νὰ βιώνει ἤδη τὴν πρόγευσή της κατὰ τὴν παροῦσα, φθαρτὴ καὶ πρόσκαιρη βιοτή του. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι λοιπὸν Σταυρὸς πένθους ἀλλὰ εὐφροσύνης καὶ χαρᾶς γιατὶ πάνω του σκοτώθηκε ἡ ἁμαρτία, καθαρίσθηκε ἡ οἰκουμένη καὶ ἄνοιξαν οἱ πύλες τοῦ οὐρανοῦ γιὰ τὸ νέον ἄνθρωπο,[2] τὸν ἀνακαινισμένο ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ τὴν Μ. Παρασκευή, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει θεσπίσει αὐστηρὰ νηστεία καὶ πολλὴ προσευχή, δὲν ἔχομε τὴ θλίψη ποὺ δὲν γνωρίζει ἐλπίδα. Ἀντίθετα, ξέρομε ὅτι ὅλα ἀρχίζουν μετὰ τὸ Σταυρό, ποὺ εἶναι γιὰ μᾶς ἡ ἀπαρχὴ  μιᾶς ζωῆς αἰωνίου. Ἡ Μ. Τεσσαρακοστὴ ἑορτάζεται μιὰ φορὰ τὸ χρόνο, ὅμως Πάσχα γιὰ τὴν Ἐκκλησία εἶναι κάθε Κυριακὴ καὶ ὅποτε ἄλλοτε τελεῖται ἡ Θεία Εὐχαριστία.[3] Τὸ ἀναστάσιμο καὶ εὐχαριστιακὸ  αὐτὸ ἦθος ὁδηγεῖ τοὺς πιστοὺς ἐκ τῶν ποικίλων θανατώσεων τῶν ἁμαρτημάτων στὴ ζωοποιὸ συνανάσταση μὲ τὸ Χριστό· ἀπὸ τὴ γήινη καὶ φθαρτὴ ἀνθρώπινη φύση στὴν οὐράνιο καὶ αἰωνία δόξα.

Ὑπὸ τὴν ἔννοια αὐτή, τονίζουν οἱ Πατέρες, δὲν νηστεύουμε γιὰ τὸ Πάσχα ἢ γιὰ τὴ Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ. Τὸ Πάσχα καὶ ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι πένθος γιὰ μᾶς ἀλλὰ εὐφροσύνη. Νηστεύομε καὶ ἀσκούμεθα στὴν προσευχὴ καὶ τὴ νηστεία γιὰ τὶς δικές μας ἁμαρτίες, ποὺ μᾶς κρατοῦν μακριὰ ἀπὸ τὸ Θεὸ, καὶ ἐπειδή ὁ στόχος μας εἶναι  νὰ προσέλθουμε, ὅσο πιὸ καθαροὶ μποροῦμε, στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μὲ ἐπίκεντρο τὸ Ποτήριο τῆς Ζωῆς, τὴν Θεία Εὐχαριστία[4]. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τὸ σύμβολο τῆς Βασιλείας Του καὶ μόνο μὲ αὐτὸν μποροῦμε νὰ ἔχουμε πρόσβαση σὲ αὐτή. Ἀποτελεῖ σύμβολο τιμῆς καὶ δόξης τοῦ Χριστοῦ ἀλλὰ καὶ τοῦ κάθε Χριστιανοῦ.[5] Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος ποὺ τελοῦνται οἱ ἀκολουθίες τῆς Μ. Ἑβδομάδος ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας γιὰ νὰ γίνει δηλ. κατανοητὸ ὅτι πρόκειται νὰ ἀκολουθήσει ἡ πνευματικὴ ἀνάταση καὶ ὡς τέτοια θεωρεῖται ἡ ἡμέρα τῆς Σταυρώσεως τοῦ Κυρίου.[6]

Ὁ πόνος στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ δικός του ξεχωριστὸς Σταυρός. Κατὰ μίμησιν Χριστοῦ καλούμαστε νὰ τὸν ἄρουμε καὶ νὰ ἀνεβοῦμε τὸν Γολγοθᾶ μὲ τὴν προσδοκία καὶ βεβαιότητα τῆς Ἀναστάσεως. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ ὀνομάζεται «ἰατρός»[7] ἀπὸ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας γιατὶ θεράπευσε καὶ ἔσωσε τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν αἰώνιο θάνατο. Ὁ πόνος εἶναι ἀπόρροια τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς παρακοῆς τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Οἱ Πατέρες τὸν θεωροῦν δωρεὰ τῆς θείας Χάριτος στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὅπως διαχειριζόμαστε μὲ προσοχὴ τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ ἔτσι πρέπει μὲ προσοχὴ νὰ διαχειριστοῦμε τὸν πόνο γιὰ νὰ συντελέσει στὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας.[8] Καὶ πῶς θά γίνει αὐτό, ἀποροῦν εὔλογα κάποιοι. Ἡ ἱερὴ στιγμὴ τοῦ πόνου εἶναι ἡ στιγμὴ ποὺ καλεῖται ὁ κάθε ἄνθρωπος νὰ ἐγκύψει ἐντός του καὶ νὰ ἀναρωτηθεῖ τί ζητεῖ ἀπὸ ἐκεῖνον ὁ Κύριος ὅταν τοῦ παραχωρεῖ αὐτὴ τὴν δοκιμασία. Τί καλύτερο μπορεῖ νὰ βγεῖ, ποιό θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι τὸ ὄφελος ὄχι μόνο γιὰ τὴν ψυχή του ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸν πλησίον του. Δὲν πρέπει νὰ ξεχνοῦμε ποτὲ ὅτι δὲν ὑπάρχει σωτηρία χωρὶς τὸν πλησίον. Ἡ σωτηρία μας περνᾷ μέσα ἀπὸ τὸν ἀδελφό. Δὲν πρέπει λοιπὸν ἡ ἀσθένεια νὰ μᾶς ἀπομονώσει πνευματικά, ἀλλά, ἂν χρειαστεῖ, μόνο σωματικά. Στὶς περιπτώσεις σωματικῆς ἀπομονώσεως γιὰ λόγους ἀσθενείας ὁ πιστὸς καλεῖται νὰ ζήσει τὸ ἀναστάσιμο μήνυμα μέσα ἀπὸ τὴν προσευχή του. Μέσῳ αὐτῆς θὰ βρίσκεται ἑνωμένος μὲ τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τὸ Θεό, καταργῶντας μὲ τὴ θεία Χάρη τὸν τόπο καὶ τὸν χρόνο.

Μετοχὴ στὴν Ἀνάσταση καὶ Ζωή, στὸ Φῶς, σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος μέσα ἀπὸ τὴ Μετάνοιά του καὶ τὸν καθαρισμό του μέσῳ τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἐξομολογήσεως, συμμετέχει στὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, στὸ Ποτήριο τῆς Ζωῆς. Εἶναι ἡ ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ νὰ μείνουμε ἑνωμένοι μαζί Του: “Ἀμήν, ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ φάγητε τὴν σάρκα τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ πίητε αὐτοῦ τὸ αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωὴν ἐν ἑαυτοῖς. Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ ἐγὼ ἀναστήσω αὐτὸν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρα. Ἡ γὰρ σάρξ μου ἀληθῶς ἐστι βρῶσις, καὶ τὸ αἷμά μου ἀληθῶς ἐστι πόσις. Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει, κἀγὼ ἐν αὐτῷ”.[9] Εἶναι ξεκάθαρος ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο θὰ διατηρήσουμε τὴ σχέση μας μαζί Του. Ὁ μὴ τρώγων λοιπὸν τὴν σάρκα τοῦ Κυρίου ἐκβάλλεται τῆς αἰωνίου ζωῆς.[10] Χάνει τὴ δυνατότητα νὰ εἶναι ἑνωμένος μὲ τὸν Χριστό, ὄχι γιατὶ ὁ Χριστὸς τὸν ἔδιωξε ἀλλὰ γιατὶ ὁ ἴδιος ἐπέλεξε τὴν ἀποκοπή του ἀπὸ τὴν ἄμπελο ποὺ λέγεται Χριστὸς καὶ Ἐκκλησία. Τὰ πάντα μέσα στὴν Ἐκκλησία μας γίνονται μὲ κέντρο ἀναφορᾶς καὶ τελικὸ προορισμὸ τὴ μετοχὴ τοῦ ἀνθρώπου στὴ Θεία Εὐχαριστία. Παραμένομε ὅλοι ἑνωμένοι μόνο μέσα ἀπὸ τὴ μετοχή μας στὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας ὅπως ἀκριβῶς τὰ παιδιὰ ἑνὸς Πατέρα εἶναι σὲ ἑνότητα μαζί του γιατὶ ἔχουν τὸ ἴδιο αἷμα. Εἶναι οἱ κληρονόμοι του. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ στὰ ἐκκλησιαστικὰ κείμενα γίνεται λόγος γιὰ τοὺς “κληρονόμους” τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἐπειδὴ κάθε φορὰ ποὺ μεταλαμβάνομε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων γινόμαστε σύσσωμοι καὶ σύναιμοι Χριστοῦ εἴμαστε καὶ κληρονόμοι ὡς ἔχοντες τὸ ἴδιο αἷμα. Γιά τὸ λόγο αὐτὸ εἴμαστε σὲ ἑνότητα μεταξύ μας, καὶ μὲ τὸν κοινό μας Πατέρα. Στὴν Θεία Εὐχαριστία ὁ ἄνθρωπος δὲν συμμετέχει μόνο μὲ τὴν ψυχή του ἀλλὰ μὲ ὅλο τὸ εἶναι του, διότι ὁ Χριστὸς μὲ τὴ δική Του Ἀνάσταση ἀνέστησε τὸν ὅλον ἄνθρωπο.

Ἡ Ἐκκλησία “σημαίνεται ἐν τοῖς Μυστηρίοις[11] μᾶς τονίζουν οἱ Πατέρες καὶ διακρατεῖται σὲ ἀπλανῆ ἑνότητα  “ἐν τῇ εὐχαριστίᾳ “. Ἡ συγκρότηση τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ φανέρωσή της πραγματώνεται μέσα στὴν ἀδιάκοπη μετοχὴ στὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἡ ἐν Χριστῷ σύναξη καὶ ἡ ἐν Αὐτῷ κοινωνία ὁλοκληρώνουν τὸ εὐχαριστιακὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας σὲ ὅλους τοὺς τόπους καὶ καιροὺς ζωῆς τῶν πιστῶν. Ὁ ὅρος “εὐχαριστία” χρησιμοποιεῖται γιὰ νὰ δηλώσει τὸν καθαγιασμὸ τῶν εὐχαριστιακῶν δώρων, τὴν ἰδία τὴν προσφορὰ τοῦ ἄρτου καὶ τοῦ οἴνου, ὡς καθαγιασμένου ἀληθινοῦ Σώματος καὶ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ζωοποιὸ μετουσία τους.[12] Τελεῖται ἀδιαλείπτως ἀνὰ τοὺς αἰῶνας ὡς ἀνάμνηση τῆς Θυσίας τοῦ Χριστοῦ κατὰ τὴν ἐντολή Του.[13] Ἔχοντας ἐξιλαστικὴ δύναμη καὶ ἁγιαστικὴ χάρη ἀπετέλεσε τὸ κέντρο τῆς ζωῆς καὶ τῆς λατρείας τῆς Ἐκκλησίας Του.[14] Ὁ Ἱερὸς Ναὸς τῶν χριστιανῶν εἶναι ὁ Κυριακὸς τόπος τοῦ εὐχαριστιακοῦ τρόπου μετοχῆς τους στὸ Μυστικὸ Δεῖπνο τῆς ἀθανασίας, στὸ πλαίσιο τῆς κοινῆς ὁμοθύμου συνάξεως καὶ λατρείας τῶν πνευματικῶς ἀναγεννημένων τέκνων τοῦ Θεοῦ.[15]

Ὁ ἅγιος Νεκτάριος χαρακτηρίζει τὴν Θεία Εὐχαριστία “ἀνώτερο ὅλων τῶν Μυστηρίων, ἀξιοθαύμαστο ἀπὸ ὅλα τὰ θαύματα, ὅσα ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ ἐκτέλεσε. Εἶναι τὸ ὑψηλότερο ἀπὸ ὅσα ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ ἐπινόησε. Εἶναι τὸ πολυτιμότερο ὅλων τῶν χαρισμάτων, ὅσα ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ χάρισε στοὺς ἀνθρώπους. Γι’ αὐτὸ καὶ δίκαια μπορεῖ νὰ ὀνομασθεῖ καὶ νὰ θεωρηθεῖ τὸ θαῦμα τῶν θαυμάτων καὶ τὸ Μυστήριο τῶν Μυστηρίων. Στὸ Μυστήριο τῆς Θείας Μεταλήψεως κρύβεται ὄχι μόνον ἡ θεότητα ἀλλὰ καὶ ἡ ἀνθρωπότητα τοῦ Χριστοῦ”.[16] Ἡ Ἀνάσταση καὶ ἡ Εὐχαριστία, ὡς βάσεις τῆς πίστεως, ὡς πηγὲς θεολογίας, ὡς διηνεκὲς βίωμα τῶν ἁγίων, ὡς βιωματικὴ προσδοκία ἑνώσεως μὲ τὸν ἀναστημένο Κύριο καὶ μετοχῆς στὸ ἐπουράνιο θυσιαστήριο, γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὸ πλήρωμά της δὲν ὑπῆρξαν ποτὲ ἐσχατολογικὲς ἰδεοληψίες μιᾶς κατασκευασμένης ἠθικῆς μελλοντολογίας.

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ὁδηγεῖ σ΄ ἕναν ἄνθρωπο ἀναστημένο ἀληθινά. Σημαίνει ἀναστημένη ζωή, ζωὴ μὲ μετάνοια, μὲ ἀλλαγὴ τοῦ νοός, πασχάλια εὐχαριστιακὴ ἐμπειρία καὶ μετουσία. Γιὰ νὰ μπορέσει ὁ ἄνθρωπος νὰ φτάσει στὸ πασχάλιο βίωμα πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ ἔχει μιὰ ζωὴ μὲ κέντρο τὴν προσωπικὴ κοινωνία μὲ τὸ Θεὸ μέσα ἀπὸ τὴν συμμετοχὴ στὴ λειτουργικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ μέσα ἀπὸ τὴν ἀγαπητικὴ σχέση μὲ τὸν ἀδελφό. Ὅταν ὅμως, ἀρνεῖται τὴν μετοχή του στὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας ἀρνεῖται τὸν Χριστὸ καὶ δὲν βρίσκεται σὲ ἕνωση μαζί Του καὶ τοὺς ἀδελφούς. Τότε ὁ ἴδιος δὲν βιώνει τὸ πασχάλιο μήνυμα τοῦ Χριστοῦ καὶ δὲν ζεῖ ἀληθινὴ ζωή.

Ἐκεῖνος ποὺ κοινωνεῖ  δέχεται αὐτούσιο τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, Αὐτοῦ ποὺ γεννήθηκε, ἔπαθε στὸ Σταυρό, ἀναστήθηκε ἐκ τῶν νεκρῶν καὶ ἀνελήφθη στοὺς οὐρανούς. Ὁ πιστὸς κοινωνεῖ ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως τοῦ Χριστοῦ καὶ συνημμένως τῆς θεότητός Του, ποὺ εἶναι ἀχωρίστως ἑνωμένη μὲ αὐτή. Κατ΄ ἐπέκταση κοινωνεῖ τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.[17] Ἡ ὕπαρξη καὶ μόνον τοῦ Χριστοῦ μέσα στὸ Ἁγιο Ποτήριο διαλύει τὰ πάντα ὅπως τὸ Φῶς διαλύει τὸ σκότος. Ἀπὸ τίποτα φθαρτό δὲν μπορεῖ νὰ προσβληθεῖ ἡ ὕπαρξη τοῦ Χριστοῦ, ποὺ βρίσκεται ὁλόκληρος μέσα στὴ λαβίδα γιὰ νὰ Τὸν λάβει ὁ πιστός. Ἐξάλλου ὅλα τὰ σκεύη τῆς θείας λατρείας, ὅπως καὶ ὁ ἴδιος ὁ χῶρος τῆς Ἐκκλησίας καθαγιάζονται ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν καθαρτικὴ δύναμη τῆς Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος.

Στὴ συνείδηση τῆς ἀποστολικῆς καὶ πατερικῆς ἐμπειρίας καὶ διδασκαλίας, ὁ ὅρος «Ἐκκλησία» ταυτίζεται μὲ τὴ Θεία Εὐχαριστία. Αὐτὸ συμβαίνει διότι ἡ Ἐκκλησία στὴν ἐμπειρία της ἔχει κατανοήσει ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ταυτίζεται μὲ τὴν Ἐκκλησία καὶ ἡ Ἐκκλησία μὲ τὴ Θεία Εὐχαριστία. Ἑπομένως ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ τόπος ὅπου ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐκχέεται στὸν κόσμο καὶ οἱ ἄνθρωποι βρίσκουν τὸν ἀληθινό τους προορισμό. Ἡ Ἐκκλησία ὡς ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι γέννημα τοῦ κόσμου τούτου. Γεννιέται στὰ ἔσχατα καὶ στοχεύει στὰ ἔσχατα. Εὑρίσκεται στὸν κόσμο χωρὶς νὰ εἶναι «ἐκ τοῦ κόσμου τούτου».

Δὲν πρέπει ἐξάλλου νὰ ἀγνοοῦμε τὸν ἐξιλαστικὸ ρόλο τῆς μετάνοιας ποὺ μᾶς μετατρέπει σὲ τέκνα Φωτός: ‘’ἦτε γάρ ποτε σκότος, νῦν δὲ φῶς ἐν Κυρίῳ· ὡς τέκνα φωτὸς περιπατεῖτε’’[18]. Δὲν θὰ χρειαζόταν ἡ μετάνοια ἂν ἡ ἀνθρωπίνη φύση δὲν ἦταν ἐπιρρεπὴς στὸ κακό, μετὰ τὴν πτώση τῶν Πρωτοπλάστων. Ἂν μὲ τὸν σκοτισμὸ τοῦ λογικοῦ δὲν φτάναμε νὰ λησμονήσουμε τὸ Θεὸ καὶ τὶς ἐντολές Του. Ὁ ἄνθρωπος, τὸ «κατ΄ εἰκόνα» τοῦ Θεοῦ πλασθὲν  δημιούργημα, ἔγινε ὑποχείριο τῆς ἁμαρτίας. Ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ἦρθε στὴ γῆ γιατὶ μόνον Ἐκεῖνος μποροῦσε νὰ ἐλευθερώσει τὸ πλάσμα Του ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Μόνον Ἐκεῖνος, μὲ τὴ σταυρική Του θυσία καὶ τὴ ζωοποιὸ Ἀνάστασή Του, μπόρεσε νὰ ἀναστήσει σὲ νέα ἐν Θεῷ ζωὴ τὸν πνευματικῶς νεκρὸ ἄνθρωπο, μόνον Ἐκεῖνος ἀπὸ δοῦλο τῆς ἁμαρτίας μποροῦσε νὰ τὸν κάνει ξανὰ παιδὶ τοῦ Θεοῦ. Τὸ λυτρωτικὸ ἔργο τοῦ Κυρίου συνεχίζει ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ποὺ εἶναι σῶμα Χριστοῦ, ἰατρεῖο ψυχῶν καὶ σωμάτων, μητέρα καὶ τροφὸς τῶν πιστῶν. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τῆς ὁποίας “ὅλον συγκροτεῖ τὸν θεσμόν[19] τὸ Πανάγιον Πνεῦμα, μὲ τὴν ἀνόθευτη διδασκαλία της, τὴν ἀπαρασάλευτη τάξη καὶ τὰ ἱερὰ Μυστήριά της, κατεργάζεται τὸν ἁγιασμὸ τῶν μελῶν της θεραπεύοντας μὲ τὰ σωτήρια πνευματικὰ φάρμακά της τραύματα καὶ ἀσθένειες.

Ἡ Μετάνοια, ὅπως ἤδη ἀναφέραμε, σύμφωνα μὲ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἀκολουθεῖται ἀπὸ τὴν διὰ στόματος Ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν. Ἡ παραδοχὴ τῶν ἁμαρτιῶν εἶναι ἡ θεληματικὴ φανέρωση τῶν πονηρῶν ἔργων, λόγων καὶ λογισμῶν δηλαδὴ τῶν σκέψεων ποὺ γίνεται πρὸς τὸν πνευματικό. Συνοδεύεται μὲ κατάνυξη, δηλαδὴ συντριβὴ καρδίας.[20] Προϋπόθεση τῆς Μετανοίας εἶναι ἡ λεπτομερὴς αὐτοεξέτασή μας ποὺ θὰ ὁδηγήσει στὴν κάθαρση τῆς συνειδήσεως, ἡ ἐπίγνωση  καὶ τέλος ἡ ἀπολύτως ἐλεύθερη ἐξαγόρευση τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ἡ κατάνυξη ἐπίσης ἔχει καταλυτικὴ σημασία γιὰ τὴν μετάνοια διότι ἡ καρδία ποὺ λύπησε τὸν Κύριο θλίβεται καθὼς στάθηκε ἀγνώμων στὶς δωρεές Του καὶ τὴν ἀγάπη Του. Εἶναι ἀνάγκη ὁ πιστὸς νὰ κατανοήσει τὸν λόγο ποὺ μετανοεῖ. Ἡ μετάνοια θὰ τὸν φέρει κοντὰ στὸ Χριστὸ ἀπὸ τὸν ὁποῖο ὁ ἴδιος ἀπομακρύνθηκε. Γνωρίζομε ὅτι ὁ Θεὸς ἀπὸ τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου δὲν ἐγκατέλειψε ποτὲ τὸ πλάσμα Του καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς πρέπει νὰ γεμίζει τὴν ψυχὴ τοῦ Χριστιανοῦ μὲ αἰσιοδοξία καὶ χαρὰ γιὰ νὰ προστρέχει στὸν Χριστό, μετανοῶντας χωρὶς κανένα δισταγμό.

Στὴν ἐν Χριστῷ ζωὴ μᾶς ὁδηγεῖ ἡ ἀδιάλειπτος προσευχή, ὅπως μᾶς ἔχει παραδοθεῖ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ προσευχή,  ὅπως καὶ ἡ νηστεία, δὲν εἶναι αὐτοσκοπὸς. Εἶναι τὸ μέσον γιὰ νὰ μᾶς βάλει στὸ δρόμο τῆς ἀσκήσεως καὶ νὰ περικόψει τὸ ἴδιον ἡμῶν θέλημα κρατῶντας τὸ νοῦ μας ἀπερίσπαστο πρὸς τὸ Θεό.

Ἡ ταπείνωση ποὺ ὁδηγεῖ στὴν μετάνοια  ἑλκύει τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ ἐξασφαλίζει ψυχικὴ ὑγεία. Καρπὸς τοῦ κατὰ Θεὸν πένθους εἶναι ἡ σταθεροποίηση τοῦ ἀνθρώπου στὴν ἀρετή. Ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν Παῦλος διακηρύττει: “ἡ κατὰ Θεὸν λύπη μετάνοιαν ἀμεταμέλητον ἀπεργάζεται εἰς τὴν ψυχὴν πρὸς σωτηρίαν”.[21] Ἀντίθετα ἡ ἔπαρση γεμίζει τὴν ψυχὴ μὲ συμπλέγματα καὶ τὴν ὁδηγεῖ σὲ ἁμαρτωλὲς καταστάσεις. Ὁ ἀληθινὰ πιστὸς ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὴν ἐνοχὴ μὲ τὴν ἐξομολόγηση καὶ τὴν ἄφεση καὶ χαίρεται τὴν ἐλευθερία ποὺ τοῦ χάρισε ὁ Χριστός, γνωρίζοντας ὅτι εἶναι καθαρὸς διὰ τοῦ τιμίου Αἵματος τοῦ Χριστοῦ καὶ ὄχι ἀπὸ δικό του κατόρθωμα. Ὁ Χριστιανισμός εἶναι ἐλευθερία καὶ ἡ μετάνοια πρέπει νὰ γίνεται μὲ ἀπόλυτη ἐλευθερία.[22] Ἡ ἐσωτερικὴ ἀνακαίνιση τοῦ πιστοῦ ὁλοκληρώνεται στὴν ἄμεση ἐμπειρία τοῦ Φωτὸς καὶ τὴ θέωση ποὺ εἶναι ὁ καρπὸς τῆς μυστηριακῆς Χάριτος καὶ τῆς ἀνθρωπίνης συνεργίας, ὅπως ἔχομε διαπιστώσει ἀπὸ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ζεῖ ἀληθινὰ τὴ μετάνοια δὲν ξαναγυρίζει στὶς πρῶτες ἁμαρτίες οὔτε προσκολλᾶται σὲ πρόσωπα καὶ πράγματα τῆς φθορᾶς οὔτε ἑλκύεται ἀπὸ ἐφήμερες ἡδονές, ἀλλὰ καταφρονεῖ τὰ παρόντα, προσβλέπει στὰ μέλλοντα, ἀγωνίζεται κατὰ τῶν παθῶν, ἐπιδιώκει τὶς ἀρετές, ἀγρυπνεῖ στὴν προσευχή, εἶναι ἐπιεικής, εὔσπλαγχνος καὶ ἕτοιμος νὰ βοηθήσει τοὺς συνανθρώπους του. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, τὸν ὁποῖο ἡ  Ἐκκλησία μας τιμᾷ μέσα στὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ, προέτρεπε τοὺς πιστοὺς νὰ ἀποκτήσουν ἔργα μετανοίας. Μέσα σ΄ αὐτὰ κατατάσσει τὸ ταπεινὸ φρόνημα, τὴν κατάνυξη καὶ τὸ πένθος. Ἀνακεφαλαιώνοντας ὅλα τὰ γνωρίσματα τοῦ Χριστιανοῦ ποὺ ζεῖ τὴ μετάνοια, γράφει ὅτι εἶναι γαλήνιος, ἤρεμος, γεμᾶτος ἔλεος καὶ συμπάθεια πρὸς τοὺς ἄλλους. Ἐπιθυμεῖ τὴ δικαιοσύνη, ἐπιζητεῖ τὴν καθαρότητα, ἔχει εἰρήνη ἀλλὰ καὶ φέρνει τὴν εἰρήνη, ὑπομένει καρτερικὰ τοὺς πόνους καὶ ὅσα πάσχει γιὰ τὴν ἀλήθεια καὶ τὴ δικαιοσύνη[23]. Γίνεται μὲ ἕνα λόγο «τέκνον φωτός».

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος τονίζει ὅτι γιὰ τὸ Χριστιανὸ τὸ Φῶς εἶναι ἡ γνώση Χριστοῦ καὶ ὁ ἔνθεος βίος, ἐνῷ τὸ σκότος εἶναι ἡ ἄγνοια Χριστοῦ καὶ ἡ ἁμαρτία. Ὅπως τὸ φυσικὸ φῶς εἶναι ἀπαραίτητο γιὰ τὴν ὕπαρξη κάθε πλάσματος τὸ ἴδιο ἀπαραίτητος εἶναι καὶ ὁ Χριστός, τὸ Φῶς τὸ ἀληθινό γιὰ τὴν ἀληθινὴ ζωὴ καὶ ὄχι τὴν ἁπλὴ ἐπιβίωση.[24] Αὐτὸ εἶναι τὸ Φῶς ποὺ καλεῖται ὁ Χριστιανὸς νὰ λάβει τὸ Πάσχα: Τὸν ἴδιο τὸ Χριστὸ ποὺ θὰ τὸν βρεῖ πολὺ εὔκολα πάνω στὴν Ἁγία Τράπεζα νὰ θυσιάζεται γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Μεταλαμβάνοντας τὸ Χριστὸ μὲ τὴ σωστὴ προετοιμασία ἔχει τὴ μέγιστη πνευματικὴ ὠφέλεια. Ὁ ὑμνωδὸς ψάλλει στὸν πασχάλιο Ὄρθρο: “καθαρθῶμεν τὰς αἰσθήσεις καὶ ὀψόμεθα, τῷ ἀπροσίτῳ φωτὶ τῆς Ἀναστάσεως, Χριστὸν ἐξαστράπτοντα καὶ χαίρεται φάσκοντα, τρανῶς ἀκουσόμεθα”.[25] Ἐὰν καθαρίσουμε τὶς αἰσθήσεις, τὸ νοῦ καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς ψυχῆς καὶ σώματος, τότε θὰ ἀξιωθοῦμε νὰ βλέπουμε μὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς ψυχῆς τὸν Δεσπότη Χριστό, ὁ ὁποῖος ἀνιστάμενος ἐκ τοῦ Τάφου ἐξαστράπτει ὑπὲρ τὸν ἥλιον. Ἄλλωστε ὁ Κύριος μᾶς διαβεβαίωσε ὅτι “οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ τὸν Θεὸν ὄψονται”.[26]

Ζῶντας ὁ ἄνθρωπος κατὰ Θεὸν γίνεται καὶ ὁ ἴδιος Φῶς ποὺ γίνεται ὁρατὸ ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους του, σύμφωνα μὲ τὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ: “Λαμψάτω γάρ, φησί, τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσι τὰ καλὰ ἔργα ὑμῶν καὶ δοξάσωσι τὸν Πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς”. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἐπεξηγεῖ λέγοντας: “ἵνα καὶ ὁ βίος συμφωνῇ τοῖς δόγμασι καὶ τὰ δόγματα κηρύττῃ τὸν βίον.”[27]

Τὸ Φῶς τῆς Αἰωνιότητος δίδει δύναμη στὸν ἄνθρωπο νὰ διαχειρισθεῖ τὴν προσωρινότητα καὶ τὸ ψεῦδος τοῦ παρόντος βίου. Ἀρχίζοντας ἤδη ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωή, κάθε μέρα μελετᾷ τὴν προοπτικὴ  τῆς αἰωνιότητος κοντὰ στὸ Χριστό. Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος ποὺ ὁ ᾍδης καταισχύνεται.  Ὁ Χριστὸς ἀναπλάθει μὲ τὴν Ἀνάστασή Του τὸν παλαιὸ Ἀδάμ,[28] τὸν πεπτωκότα. Δίδει ἔτσι στὸν κάθε ἄνθρωπο τὴ δυνατότητα ἀναπλάσεως καὶ  ἀναγεννήσεώς του: ἀφήνοντας τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο, τὸν ἐπιλέξαντα τὸ σκότος καλεῖται ὁ πιστὸς νὰ ἀκολουθήσει τὸ Φῶς, πεπεισμένος ὅτι δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὸν Ἀναστάντα Χριστό. Αὐτὸ τὸ Φῶς ὁ χριστιανὸς πρέπει νὰ ἀγωνίζεται νὰ κρατήσει σὲ ὅλη τὴ  ζωή του ζῶντας τὴ χαρά τῆς Ἀναστάσεως. Βλέπει τὸ Κενὸ Μνημεῖο τοῦ Χριστοῦ καὶ δὲν ἐπηρεάζεται ἀπὸ ἐξωτερικὲς συνθῆκες τοῦ κόσμου τούτου διότι δέν ἀνήκει σ΄ αὐτὸν τὸν κόσμο.         

Ἂς κρατοῦμε πάντοτε στὸ νοῦ μας τοὺς λόγους τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου ποὺ στὴν παροῦσα συγκυρία ἔχουν ἰδιαίτερα μεγάλη σημασία: “Ζωὴ χωρὶς Χριστὸ δὲν εἶναι ζωή. Πάει τελείωσε. Ἂν δὲν βλέπεις τὸν Χριστὸ σὲ ὅλα σου τὰ ἔργα καὶ τὶς σκέψεις, εἶσαι χωρὶς Χριστό. Ὁ Χριστὸς δὲν ἔχει κατήφεια, οὔτε μελαγχολία, οὔτε ἐνδοστρέφεια,... ὁ ἄνθρωπος σκέφτεται καὶ βασανίζεται ἀπὸ διαφόρους λογισμοὺς καὶ διάφορες πιέσεις ποὺ κατὰ καιροὺς στὴ ζωή του τὸν τραυμάτισαν. Ὁ Χριστός εἶναι νέα ζωή. Πῶς τὸ λέω; Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ πᾶν. Εἶναι ἡ χαρά, εἶναι ἡ ζωή, εἶναι τό Φῶς, τὸ Φῶς τὸ ἀληθινό, ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ χαίρεται, νὰ πετάει, νὰ βλέπει ὅλα, νὰ βλέπει ὅλους, νὰ πονάει γιὰ ὅλους, νὰ θέλει ὅλους μαζί Του· ὅλοι κοντά στὸ  Χριστό”[29].

Ἂς χαροῦμε ὅλοι ἀδελφοί μου, αὐτὸ τὸ ἰδιαίτερο Πάσχα, τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Μὴν ἐπιτρέψουμε νὰ τὴν ἐπισκιάσει ὁ φόβος τοῦ θανάτου. Ὁ Χριστὸς νίκησε τὸ θάνατο γιὰ μᾶς. Ἂς προσδοκοῦμε τὴ στιγμὴ ποὺ ὅλοι μαζὶ θὰ βρεθοῦμε στοὺς ναούς μας γιὰ νὰ γίνουμε καὶ πάλι σύσσωμοι καὶ σύναιμοι Χριστοῦ, ἑνωμένοι γύρω ἀπὸ τὸ Ποτήριο τῆς Ζωῆς, ὡς ἄλλα κλήματα στὴν Ἄμπελο τοῦ Κυρίου!

Χριστὸς Ἀνέστη, ἀδελφοί μου!

[1]  Ματθ. 22, 39.

[2] Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Λόγοι κατὰ Ἰουδαίων, Λόγος Α΄, PG 48, 867: “...τό γε Πάσχα οὐ νηστείας ἐστὶν οὐδὲ πένθους, ἀλλ΄ εὐφροσύνης καὶ χαρᾶς ὑπόθεσις. Ὁ γὰρ σταυρὸς ἀνεῖλε τὴν ἁμαρτίαν, καθάρσιον τῆς οἰκουμένης ἐγένετο, καταλλαγὴ χρονίας ἔχθρας, ἀνέῳξε τοῦ οὐρανοῦ τὰς πύλας...μυρία ἕτερα παρέσχεν ἡμῖν ἀγαθά. Οὐ τοίνυν πενθεῖν οὐδὲ κατεστάλθαι χρή, ἀγάλλεσθαι δὲ καὶ χαίρειν ὑπὲρ τούτων ἁπάντων”. Τοῦ ἰδίου, Εἰς τὸ Πάτερ εἰ δυνατόν ἐστι  παρελθέτω ἀπ΄ ἐμοῦ τό ποτήριον τοῦτο...καὶ οὐ χρὴ ἐπιπηδᾶν τοῖς κινδύνοις ἀλλὰ παντὸς θελήματος προτιμᾶν τὸ τοῦ Θεοῦ θέλημα, PG 51, 35: ”...σταυρὸς τῆς τοῦ Θεοῦ ἀγάπης ἡ ἀπόδειξις”.

[3] Τοῦ ἰδίου PG 48, 867 : “Τεσσαρακοστὴ μὲν γὰρ ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ γίνεται, πάσχα δὲ τρίτον τῆς ἑβδομάδος· ἔστιν δὲ ὅτε καὶ τέταρτον, μᾶλλον δὲ ὁσάκις ἂν βουλώμεθα· πάσχα γὰρ οὐ νηστεία ἐστίν, ἀλλ΄ ἡ προσφορὰ καὶ ἡ θυσία  ἡ καθ΄ἑκάστην γινομένη σύναξιν.”.

[4] Ἐνθ΄ ἀνωτ.: “... οὐ γὰρ διὰ τὸ πάσχα νηστεύομεν, οὐδὲ διὰ τὸν σταυρόν, ἀλλὰ διὰ τὰ ἁμαρτήματα τὰ ἡμέτερα, ἐπειδὴ μέλλομεν μυστηρίοις προσιέναι”.

[5] Τοῦ ἰδίου, Τοῦ ἰδίου, Εἰς τὸν Σταυρὸν καὶ εἰς τὸν λῃστήν, καὶ περὶ τῆς δευτέρας τοῦ Χριστοῦ παρουσίας, καὶπερὶ τοῦ συνεχῶς εὔχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐχθρῶν, PG 49, 403: “Ἧλοι καὶ σταυρὸς τὰ ὁρώμενα...ἀλλ΄ αὐτὸς οὗτος ὁ σταυρός, φησίν, τῆς βασιλείας ἐστὶ σύμβολον”

[6] Τοῦ ἰδίου, PG 49, 399: “Σήμερον ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς ὁ Χριστὸς ἐν σταυρῷ, καὶ ἡμεῖς ἑορτὴν ἄγομεν, ἵνα μάθῃς ὅτι ὁ σταυρὸς ἑορτὴ καὶ πανήγυρις πνευματική”.

[7] Μ. Ἀθανασίου, Λόγος εἰς τὸ Πάθος τοῦ Κυρίου τῇ ἁγίᾳ Παρασκευῇ , PG 28, 1056 C : “ Ἠτόνησε πρὸς σωτηρίαν ἀνθρώπων ἡ κτίσις, καὶ σταυρὸς εἰσελθὼν ἰατρὸς ἀνεδείχθη. Ἐπειδὴ γὰρ ὁ θάνατος, ξύλῳ τὸ πάλαι βακτηρίᾳ χρησάμενος, τὴν τῶν ἀνθρώπων ρίζαν ἐπολιόρκησεν..καὶ οἱ κοινωνοὶ τῆς φύσεως ἐγίνοντο κληρονόμοι κολάσεως. Οἰκτείρας τοὺς πλασθέντας ὁ πλάστης, ξύλον ἀντιφάρμακον ξύλου τῇ φύσει χαρίζεται... καὶ πάλιν ἐλεύθερος ὁ ἄνθρωπος... τὴν ἀθανασίαν εὑράμενος»”.

[8] Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Λόγος παραινετικὸς εἰς τὴν εἴσοδον τῆς Ἁγίας Τεσσαρακοστῆς, Ὁμιλία ΛΖ΄ , PG 53, 342: “Τί δὲ λέγω ὁ πόνος ἡμέτερος; Οὐχί· ἀλλὰ τῆς τοῦ Θεοῦ χάριτος ἡ δωρεά. Μετὰ προσοχῆς τοίνυν ὑποδεχώμεθα καὶ ἡμεῖς τὰ παρὰ τοῦ Θεοῦ δωρούμενα, ἵνα κερδάναντές τι εἰς τὴν κατὰ ψυχὴν σωτηρίαν, αὕτως ἐντεῦθεν ἀπίωμεν.”.

[9] Ἰω. 6, 53-56.

[10] Ἁγ. ἸωάννουΧρυσοστόμου, Πρὸς τὸν ἐγκαλοῦντα ἐπὶ τῇ διαφυγῇ τῆς ἱερωσύνης, 3,6,4, ed. A.-M. Malingrey, Jean Chrysostome , Sur le sacerdoce ( Dialogue et Homélie), (SC 272) ; Paris :Les éditions du CERF ,1980  : “Εἰ γὰρ οὐ δύναταί τις εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἐὰν μὴ δι΄ ὕδατος καὶ πνεύματος ἀναγεννηθῇ, καὶ μὴ τρώγων τὴν σάρκα τοῦ Κυρίου καὶ τὸ αἷμα αὐτοῦ πίνων ἐκβέβληται τῆς αἰωνίου ζωῆς”.

[11] Ἁγ. Νικολάου Καβάσιλα, Εἰς τὴν Θείαν Λειτουργίαν, ΛΘ΄, 1, ΕΠΕ Φιλοκαλία 22, σελ. 190.

[12] Ἰγνατίου Ἀντιοχείας, Πρὸς Σμυρναίους Ἐπιστολή, https://el.orthodoxwiki.org, VI 1-2: ‘’Μηδεὶς πλανάσθω· øκαὶ τὰ ἐπουράνια καὶ ἡ δόξα τῶν ἀγγέλων καὶ οἱ ἄρχοντες ὁρατοί τε καὶ ἀόρατοι, ἐὰν μὴ πιστεύσωσιν εἰς τὸ αἷμα Χριστοῦ, κἀκείνοις κρίσις ἐστί...καταμάθετε δὲ τοὺς ἑτεροδοξοῦντας εἰς τὴν χάριν Ἰησοῦ Χριστοῦ τὴν εἰς ἡμᾶς ἐλθοῦσαν’’. VII. 1: ‘’Εὐχαριστίας καὶ προσευχῆς ἀπέχονται, διὰ τὸ μὴ ὁμολογεῖν τὴν εὐχαριστίαν σάρκα εἶναι τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ τὴν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν παθοῦσαν, ἣν τῇ χρηστότητι ὁ πατὴρ ἤγειρεν. Οἱ οὖν ἀντιλέγοντες τῇ δωρεᾷ τοῦ Θεοῦ συζητοῦντες ἀποθνήσκουσιν· συνέφερεν δὲ αὐτοῖς ἀγαπᾶν, ἵνα καὶ ἀναστῶσιν’’. Βλέπε καὶ Εἰρηναίου Λυῶνος, Ἔλεγχος καὶ ἀνατροπὴ τῆς ψευδωνύμου γνώσεως, V,2 PG 7, 1127 ΑΒ: ‘’ Ἔπειτα .... προσλαμβανόμενα τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, εὐχαριστία γίνεται ὅπερ ἐστὶ σῶμα καὶ αἷμα Θεοῦ’’.  Ἰουστίνου, Ἀπολογία Α, 66, PG 6, 428 Β : ‘’ ἔπειτα ( ὁ προεστώς) ... εὐχαριστίαν ὑπὲρ τοῦ κατηξιῶσθαι τούτων παρ΄αὐτοῦ ἐπὶ πολὺ ποιεῖται’’.

[13] Ματθ. 26, 26-29. Μρκ. 14, 22-25. Λκ. 22, 15-20. Ἰω. 6, 47-58. Α΄Κορ. 11, 23-29.

[14] Ἰ. Καρμίρη, “Εὐχαριστία Θεία”, ΘΗΕ, τ.5, σελ. 1119-1131. Π.Ν.Τρεμπέλα, Δογματική, τ.Γ΄, Ἀθῆναι 1979, σελ. 142-238.

[15] Ἁγ. Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Χρηστοήθεια τῶν Χριστιανῶν, ἐκδ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1974, σελ. 110, 293.

[16] Ἁγ. Νεκταρίου Μητρ. Πενταπόλεως, Περὶ τοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἐκδ. Παρρησία, Ἀθήνα 2017, χ.τ. σελ. 44.

[17] Ἁγ. Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκθεσις Ὀρθοδόξου Πίστεως IV 13, PG 94, 1153 Α : “Μετάληψις δὲ λέγεται· δι΄ αὐτῆς γάρ, τῆς Ἰησοῦ θεότητος μεταλαμβάνομεν. Κοινωνία δὲ λέγεταί τε καὶ ἔστιν ἀληθῶς, διὰ τὸ κοινωνεῖν ἡμᾶς δι΄ αὐτῆς τῷ Χριστῷ καὶ μετέχειν αὐτοῦ τῆς σαρκός τε καὶ τῆς θεότητος· κοινωνεῖν δέ, καὶ ἑνοῦσθαι ἀλλήλοις δι΄ αὐτῆς· ἐπεὶ γὰρ ἐξ ἑνὸς ἄρτου μεταλαμβάνομεν, οἱ πάντες ἓν σῶμα Χριστοῦ, καὶ ἓν αἷμα, καὶ ἀλλήλων μέλη γινόμεθα, σύσσωμοι Χριστοῦ χρηματίζοντες”.

[18] Ἐφ. 5, 8.

[19] Ἰδιόμελον Ἑσπερινοῦ Πεντηκοστῆς.

[20] Ἁγ. Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἐξομολογητάριον, ἔκδ. Νεκτ. Παναγοπούλου, Ἀθήνα 1994, σελ. 213.

[21] Β΄Κορ. 7, 10.

[22] Γέρων Πορφύριος, Ἀνθολόγιο Συμβουλῶν, Ἀθήνα, 2003, σελ. 76-84.

[23] Ἁγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ, Ὁμιλία 31, PG 151, 392 C D – 393 Α: ‘’ Μετανοήσωμεν οὖν, ἀδελφοί, παρακαλῶ, καὶ καρποὺς ἀξίους τῆς μετανοίας ἐπιδειξώμεθα, ἵνα τὴν τῶν οὐρανῶν βασιλείαν κληρονομήσωμεν· ἐγγὺς ἡμῶν αὕτη γέγονε, ... Ποθήσωμεν καὶ κτησώμεθα τὰ ἔργα τῆς μετανοίας, φρόνημα ταπεινόν, κατάνυξιν καὶ πένθος πνευματικόν, καρδίαν πραεῖαν ἐλέους γέμουσαν, δικαιοσύνης ἐρῶσαν, καθαριότητος ἀντιποιουμένην, εἰρηνικήν, εἰρηνοποιόν, φερέπονον, τοῖς ὑπὲρ ἀληθείας καὶ δικαιοσύνης ἐνασμενίζουσαν διωγμοῖς καὶ ζημίαις καὶ ὕβρεσι καὶ συκοφαντίαις καὶ πάθεσι...’’  .

[24] Ἁγ. Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος Θεολογικὸς Δ΄ Περὶ Υἱοῦ, ed. Barbel, Gregor von Nazianz die Theologischen Reden, 20, 28: “εἰ γὰρ σκότος ἡ ἄγνοια καὶ ἡ ἁμαρτία, φῶς ἂν εἲη ἡ γνῶσις, καὶ ὁ βίος ὁ ἔνθεος. Ζωὴ δὲ ὅτι φῶς, καὶ πάσης λογικῆς φύσεως σύστασις καὶ οὐσίωσις. Ἐν αὐτῷ γὰρ ζῶμεν καὶ κινούμεθα, καὶ ἐσμέν, κατὰ τὴν διπλὴν τοῦ ἐμφυσήματος δύναμιν, καὶ πνοὴν ἐκεῖθεν ἐμφυσώμενοι πάντες”.

[25] Α΄ Τροπάριον, α΄ Ὠιδῆς Κανόνος Πάσχα. Βλ. Ἑρμηνεία ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἑορτοδρόμιον, ἐκδ. Σκουρταίων, ἐν Βενετίᾳ 1836, 420-421.

[26] Ματθ. 5,8.

[27] Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Λόγος παραινετικὸς εἰς τὴν εἴσοδον τῆς ἁγίας Τεσσαρακοστῆς, PG 53, 31. Τοῦ ἰδίου, Λόγος Α΄, Λεχθεὶς ἐν ἀρχῇ τῆς Τεσσαρακοστῆς, PG 54, 585 “δοξάζεται δὲ ὁ Θεὸς οὐ διὰ δογμάτων ὀρθῶν μόνον, ἀλλὰ καὶ διὰ πολιτείας ἀρίστης”.

[28] Ἁγ.Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος ΙΖ΄, PG 36, 336 Β : “Καιρὸς ἀναγεννήσεως· γεννηθῶμεν ἄνωθεν. Καιρὸς ἀναπλάσεως· τὸν πρῶτον Ἀδάμ ἀναλάβωμεν. Μὴ μείνωμεν ὅπερ ἐσμέν, ἀλλ΄ ὅπερ ἦμεν γενώμεθα. Τὸ φῶς ἐν τῆ σκοτίᾳ φαίνει, τῷ βίῳ τούτῳ, καὶ τῷ σαρκίῳ· καὶ ὑπό τῆς σκοτίας διώκεται μέν, οὐ καταλαμβάνεται δέ ... ”.

[29] Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ πᾶν, Ἱ. Ἡσυχαστήριο ‘’Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος’’, Μήλεσι Ἀττικῆς, 2013, σελ. 19.

Previous MonthNext Month
Μάρτιος 2024
Δευ Τρι Τετ Πεμ Παρ Σαβ Κυρ
17
Ημερομηνία : 17/3/2024

Ἐπὶ τὰς πηγάς /
Zu den Quellen


17. März 2024: Sonntag des Käseverzichts

Schriftlesungsarchiv

Previous MonthNext Month
Μάρτιος 2024
Δευ Τρι Τετ Πεμ Παρ Σαβ Κυρ
1
Ημερομηνία : 1/3/2024
2
3
4
5
6
Ημερομηνία : 6/3/2024
7
8
Ημερομηνία : 8/3/2024
9
10
18
Ημερομηνία : 18/3/2024
19
Ημερομηνία : 19/3/2024
20
Ημερομηνία : 20/3/2024
21
Ημερομηνία : 21/3/2024
22
Ημερομηνία : 22/3/2024
27
Ημερομηνία : 27/3/2024
28
Ημερομηνία : 28/3/2024
29
Ημερομηνία : 29/3/2024

Ἡ συμβολή σας


Μέ τήν ἱστορική γιά τόν Ἑλληνισμό στήν Αὐστρία σημασία καί τή πλούσια δραστηριότητα στό φιλαν-θρωπικό, ἀνθρωπιστικό καί πολιτιστικό ἐπίπεδο, ἡ Μη- τρόπολη Αὐστρίας στρέφε- ται σέ ἐσᾶς ἀναζητώντας ἐνίσχυση στό ἔργο της. 

Ἐνημερωθεῖτε!

Ὁ Θεός νά σᾶς εὐλογεῖ

Legetøj og BørnetøjTurtle