Ὑποδοχὴ τοῦ Τιμίου Ξύλου στὸν Ἱερὸ Καθεδρικὸ Ναὸ Ἁγίας Τριάδος Βιέννης
Τὸ Σάββατο, 22 Μαρτίου 2025 μετεκομίσθη μὲ λιτανεία τὸ Τεμάχιο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἀπὸ τὸ Παρεκκλήσιο τοῦ Ἁγίου Βερνάρδου στὸ Heiligenkreuzhof στὸν Καθεδρικὸ Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίας Τριάδος Βιέννης. Ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Αὐστρίας κ. Ἀρσένιος ἐξέφρασε τὴν βαθύτατη εὐγνωμοσύνη του γιὰ τὴν κίνηση ἀδελφοσύνης καὶ καλωσόρισε στὸν Καθεδρικὸ Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίας Τριάδος τὸν Ἡγούμενο τῆς ρωμαιοκαθολικῆς Μονῆς Τιμίου Σταυροῦ τοῦ Δάσους τῆς Βιέννης Maximilian Heim καὶ τὸν Ἀποστολικὸ Τοποτηρητὴ στὴ Βιέννη Josef Gründwidl. Μετὰ τὸν πανηγυρικὸ ἑσπερινὸ ἐνώπιον τοῦ Τιμίου Ξύλου ποὺ ἐκτίθετο σὲ μία λειψανοθήκη στὸ μέσο τοῦ Ναοῦ, ἀκολούθησε μία συναυλία μὲ γρηγοριανοὺς καὶ βυζαντινοὺς ὕμνους τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Μεγάλος ἀριθμὸς ὀρθοδόξων καὶ ρωμαιοκαθολικῶν χριστιανῶν ἔλαβαν τὴν εὐλογία τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ποὺ γιὰ τρίτη φορὰ στὴν ἱστορία βρέθηκε στὴν αὐστριακὴ πρωτεύουσα.
Στὸ πλαίσιο τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ ἰωβηλαίου τῶν 1700 ἐτῶν ἀπὸ τὴν Α΄ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο πραγματοποίηκε ἡ παραχώρηση τοῦ τεμαχίου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ποὺ φυλάσσονταν σὲ περίτεχνη λειψανοθήκη καὶ διεκομίσθηκε ἐν λιτανεία στὸν Ἱερὸ Καθεδρικὸ Ναὸ Ἁγίας Τριάδος Βιέννης. Τὸν Σταυρὸ μετέφεραν ὁ Σεβασμιώτατος μὲ τὸν ἡγούμενο Maximilian καὶ τὸν Τοποτηρητὴ Josef καὶ ἀκολούθησε πλῆθος πιστῶν. Στὴν πομπὴ προηγήθηκαν ἐκπρόσωποι τῶν ρωμαιοκαθολικῶν ταγμάτων καὶ ἀκολούθησε ὁ ὀρθόδοξος κλῆρος μὲ τὸν χορὸ νὰ ψάλλει ὕμνους τοὺ Τιμίου Σταυροῦ. Μετὰ τὴν ἄφιξη στὸν Καθεδρικὸ Ναὸ ἀκολούθησε ὁ πανηγυρικὸς ἑσπερινός, στὸν ὁποῖο συμμετεῖχαν ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Αὐστρίας κ. Ἀρσένιος, ὁ Θεοφιλέστατος Ἐπίσκοπος Ἀρίστης κ. Μάξιμος καὶ ὁ κλῆρος τῶν ἐνοριῶν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Αὐστρίας στὴ Βιέννη. Στὴ συνέχεια ὁ Σεβασμιώτατος προσφώνησε τοὺς ἐπισκέπτες ἀναφερόμενος στὴν ἱστορικὴ σημασία τῆς ἡμέρας, εὐχαριστώντας ἰδιαίτερα τὸν ἡγούμενο π. Maximilian καὶ τὸν Ἀποστολικὸ Τοποτηρητὴ Gründwidl γιὰ τὴν καρποφόρα συνεργασία τῶν Ἐκκλησιῶν στὴν Αὐστρία. Μάλιστα δώρησε στὴν ἀδελφότητα τῆς Μονῆς Τιμίου Σταυροῦ μία περίτεχνη εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Γλυκοφιλούσας.
Κτήτορας τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Σταυροῦ ἔγινε τὸ 1133 ὁ Κόμης Λεοπόλδος Γ΄, ποὺ δώρισε στοὺς μοναχοὺς τὸ πρῶτο τεμάχιο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Μὲ αὐτὴ τὴν εὐκαιρία ἔγινε νέα σύσταση τῆς Μονῆς τῆς Παναγίας στὸν Τίμιο Σταυρό, ποὺ μὲ συντομία ὀνομάσθηκε τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Τὸ πρῶτο τεμάχιο ἀπολέσθη τὸ 1649 μετὰ ἀπὸ διάριξη τοῦ παρεκκλησίου, ὅπου φυλασσόταν καὶ παραμένει ἄφαντο. Τὸ ἔτος 1182 ἔφερε ὁ Δούκας Λεοπόλδος Ε΄ ὁ τρανός ἕνα τεμάχιο ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ στὸ μέγεθος ἑνὸς χεριοῦ. Τὸ τεμάχιο αὐτὸ κληροδοτήθηκε στὴ Μονή Τιμίου Σταυροῦ. Τὸ τεμάχιο αὐτὸ διαφυλάχθηκε ὡς σήμερα καὶ διαδραματίζει ἕνα σημαντικὸ ρόλο στὴ συνύπαρξη μας καὶ τὴ συνεργασία τῆς Μονῆς μὲ τὴν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στὴν Αὐστρία. Τὴν Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Σταυροῦ ἐπισκέπτονται συχνὰ ὀρθόδοξοι πιστοὶ γιὰ νὰ προσκυνήσουν τὸ Τίμιο Ξύλο. Τὴν Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσυνήσεως ἔφεραν οἱ πατέρες τῆς Μονῆς τὸν Τίμιο Σταυρὸ γιὰ δεύτερη φορὰ στὸν Καθεδρικὸ Ναὸ Ἁγίας Τριάδος. Ἡ σύνδεση τῆς Αὐστρίας μὲ τὸ Βυζάντιο καὶ τὴν ὁρθόδοξη Ἐκκλησία ἀνάγεται καὶ στὸ γεγονός, ὅτι μετὰ τὸ γάμο του μὲ τὴ Θεοδώρα τῆς δυναστείας τῶν Ἀγγέλων, ὁ Λεοπόλδος Στ΄ δώρησε ἕνα τεμάχιο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ στὸ ἐξάρτημα τῆς Μονῆς στὸ Stift Lilienfeld.