Θεὸς ἐφάνη διὰ σαρκώσεως
Μητροπολίτου Αὐστρίας καὶ Ἐξάρχου Οὑγγαρίας Ἀρσενίου
“Ὁμολογῶ ἀνεπινόητον εἶναι λογισμοῖς καὶ ἄφατον ῥήμασιν ἀνθρωπίνοις τὸν τρόπον τῆς θείας γεννήσεως”[1], λέγει ὁ Μ. Βασίλειος σκεπτόμενος τὸ Μυστήριο τῆς Γέννησης τοῦ Χριστοῦ. Πραγματικὸ Μυστήριο, τὸ ὁποῖο ὁ ἁπλὸς καὶ πεπερασμένος νοῦ τοῦ ἀνθρώπου δὲν μπορεῖ νὰ προσεγγίσει ὅσο καὶ νὰ προσπαθεῖ. “Οὐ γάρ κατὰ φύσιν γέγονε τὸ πρᾶγμα, ἀλλ΄ ὑπὲρ φύσιν τὸ θαῦμα”[2]. Ἡ γέννηση τοῦ Κυρίου μας ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ ἀνέτειλε στὸν κόσμο τὸ αἰώνιο φῶς τῆς παρουσίας Tου, τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἐνανθρώπησε γιὰ νὰ χαρίσει ξανὰ στὸν ἄνθρωπο ἐκεῖνο γιὰ τὸ ὁποῖο τὸν προόρισε δημιουργῶντας τον: Τὴν κοινωνία μὲ Ἐκεῖνον. Ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Λόγου ἀποκαλύπτει, λοιπόν, τὴν ἐν ἀφανείᾳ θριαμβευτικὴ «εἰσβολὴ» τοῦ ἀκτίστου Θεοῦ στὴν Ἱστορία.