Θεὸς ἐφάνη διὰ σαρκώσεως

Μητροπολίτου Αὐστρίας Ὑπερτίμου καὶ
Ἐξάρχου Οὑγγαρίας 
καὶ Μεσευρώπης κ. κ. Ἀρσενίου

Ὁμολογῶ ἀνεπινόητον εἶναι λογισμοῖς καὶ ἄφατον ῥήμασιν ἀνθρωπίνοις τὸν τρόπον τῆς θείας γεννήσεως”[1], λέγει ὁ Μ. Βασίλειος σκεπτόμενος τὸ Μυστήριο τῆς Γέννησης τοῦ Χριστοῦ. Πραγματικὸ Μυστήριο, τὸ ὁποῖο ὁ ἁπλὸς καὶ πεπερασμένος νοῦ τοῦ ἀνθρώπου δὲν μπορεῖ νὰ προσεγγίσει ὅσο καὶ νὰ προσπαθεῖ. “Οὐ γάρ κατὰ φύσιν γέγονε τὸ πρᾶγμα, ἀλλ΄ ὑπὲρ φύσιν τὸ θαῦμα”[2]. Ἡ γέννηση τοῦ Κυρίου μας ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ ἀνέτειλε στὸν κόσμο τὸ αἰώνιο φῶς τῆς παρουσίας Tου, τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἐνανθρώπησε γιὰ νὰ χαρίσει ξανὰ στὸν ἄνθρωπο ἐκεῖνο γιὰ τὸ ὁποῖο τὸν προόρισε δημιουργῶντας τον:           Τὴν κοινωνία μὲ Ἐκεῖνον. Ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Λόγου ἀποκαλύπτει, λοιπόν, τὴν ἐν ἀφανείᾳ θριαμβευτικὴ «εἰσβολὴ»  τοῦ ἀκτίστου Θεοῦ στὴν Ἱστορία.

 

῾Ο ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τονίζει ὅτι ὁ ἴδιος δὲν μπορεῖ νὰ κατανοήσει πῶς γεννήθηκε ὁ Χριστός, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν τὸν ὁδηγεῖ στὸ νὰ ἀναιρεῖ τὸ γεγονὸς τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, διὰ τὴν ἄγνοιαν τοῦ τρόπου, ὅπως κάνει ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος.[3] Ὁ Θεὸς δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο σὲ πλήρη κοινωνία μαζί Του, τὸν δημιούργησε γιὰ νὰ μείνει ἄφθαρτος, τὸν ἀνέβασε στὴν ἀθανασία μὲ τὸ νὰ τὸν κρατεῖ κοντά Του. Τὸν δημιούργησε  σύμφωνα μὲ τὴν δική Του εἰκόνα, διανοητὴ καὶ ἐλεύθερο, προορισμένο νὰ Τοῦ ὁμοιάζει, δηλαδή νὰ εἶναι, ὅπως κι ὁ δημιουργός Του, τέλεια ἐνὰρετος, πρᾶγμα κατορθωτὸ γιὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση, καθὼς οἱ ἀρετές, δηλαδὴ ἡ νηφαλιότητα, ἡ ἠρεμία, ἡ ἀκεραιότητα, ἡ ἀγαθωσύνη, ἡ σοφία, ἡ δικαιοσύνη, ἡ ἀνεξικακία εἶναι, πρωταρχικὰ γνωρίσματα τῆς θείας φύσης. Ἐμεῖς, ὅμως, μὲ τὴν παράβαση τῆς ἐντολῆς, αὐτὰ τὰ γνωρίσματα τῆς θείας φύσης τὰ ἀλλοιώσαμε καὶ περάσαμε στὴν παράταξη τῆς κακίας, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ χάσουμε τὴν κοινωνία μὲ τὸν Θεό. Καὶ ὅταν πιὰ στερηθήκαμε τὴν ζωή, πέσαμε στὴν φθορὰ τοῦ θανάτου. « Τίς γὰρ μετουσία φωτὶ πρὸς σκότος » (Β΄Κορινθ. στ΄14-18);

Ἐπειδὴ ὁ Θεὸς μᾶς προσέφερε τὸ ὕψιστο καὶ δὲν τὸ διαφυλάξαμε, χρειάσθηκε νὰ κατέβει Αὐτὸς στὴ δική μας ξεπεσμένη φύση, ὥστε, προσφέροντας καὶ ἐνεργῶντας, νὰ μᾶς ξαναδώσει τὴν ἴδια εἰκόνα. Αὐτὴ εἶναι ἡ «κένωσις» τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ καινισμός τοῦ ἀνθρώπου. Μὲ τὴν γέννησή Του ὁ Θεὸς δίνει τὴν δυνατότητα στὸν ἄνθρωπο νὰ ἀνακαινισθεῖ. Τοῦ  διδάσκει τὸ ἐνὰρετο ἦθος τῆς βιωτῆς, αὐτὸ τὸ ἦθος ποὺ ὁ ἴδιος μὲ τὴν ἐπίγεια ζωή Του κατέστησε συγκεκριμένο καὶ προσιτό. Μὲ τὸ νὰ ἀνοίξει ὁ ἴδιος τὸ δρόμο τῆς δικῆς μας ἀναγέννησης ἐλευθερώνει τὸ πλάσμα Του ἀπὸ τὴν φθορά, φέρνοντάς το πάλι σὲ κοινωνία μὲ τὴ ζωή. Ξανακάνει καινούρια τὴν θρυμματισμένη ὕπαρξή μας, λύνοντας τὰ δεσμά τῆς κυριαρχίας τοῦ διαβόλου ἐπάνω μας καὶ προσκαλῶντας μας νὰ ἀναγνωρίσουμε τὴν κυριαρχία τοῦ Θεοῦ. Μᾶς γεμίζει κουράγιο καὶ μᾶς ἐκπαιδεύει νὰ πολεμοῦμε στὴ ζωὴ μὲ τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ταπείνωση.

Ὁ Κύριος « κενώνει » ἑαυτὸν καὶ ἐνδύεται «τὸ ἀνθρώπινον» ἀληθινὰ καὶ ὄχι «κατὰ δόκησιν». Ὡς δοῦλος βγαίνει «εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμούς»[4] προσκαλῶντας  τοὺς πάντες στὴν πνευματικὴ ἑστίαση τοῦ Κυριακοῦ Δείπνου[5] διατρανώνοντας τὴ δυνατὸτητα τοῦ κτιστοῦ νὰ ἐνδυθεῖ τὸ Ἄκτιστο.[6]

Μὲ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ὅλη ἡ κτίση ἁγιάσθηκε. Αὐτὰ εἶναι τὰ ἀποτελέσματα τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ· αὐτὲς εἶναι οἱ συνέπειες τῆς ἐπιβολῆς τῆς δύναμής Του. Ἔσωσε ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα ἀπὸ τὴ φθορά τοῦ θανάτου καὶ τὸν γεμᾶτο κακία τύραννον, τὴν ἁμαρτία. Ἔσωσε ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ὄχι ἀναγκάζοντάς τους νὰ ἀσκήσουν τὴν ἀρετὴ ἀλλὰ πείθοντάς τους μὲ πραότητα, ὑπομονὴ καὶ συγχωρητικότητα νὰ διαλέξουν τὸ ἀγαθὸ καὶ ὅλοι νὰ συναγωνίζονται γιὰ τὴν κατάκτησή του.

῾Η σάρκωση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ ἀποτελεῖ τὴν ἀνακεφαλαίωση (recapitulatio)[7] καὶ τὸ ἀποκορύφωμα τῶν ἀποκαλύψεων τοῦ Θεοῦ ποὺ συγκεντρώνονται στὸ θεανδρικὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. ῾Η γέννηση τοῦ Χριστοῦ, κατὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο, εἶναι κυριολεκτικὰ ἡ φανέρωση τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἀκριβῶς γράφει στὸ λόγο του γιὰ τὰ ἅγια Θεοφάνεια τοῦ Σωτῆρος: « ἐφάνη γὰρ Θεὸς διὰ ...σαρκώσεως »[8].

Σύμφωνα μὲ τὸν Μέγα Ἀθανάσιο, ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ ἀποσκοπεῖ στὴν ἀνύψωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν ἀνυπαρξία στὴν ὕπαρξη. Ὁ Ἀλεξανδρινὸς πατὴρ τῆς Ἐκκλησίας τονίζει πὼς ἡ κένωση τοῦ Λόγου καὶ ἡ πρόσληψη ἀπὸ Αὐτὸν τῆς ἀνθρωπίνης φύσης εἶναι ἀποφασιστικὴ ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ στὴν ἀνθρωπότητα ὥστε νὰ θεραπεύσει, νὰ ἀνανεώσει καὶ νὰ θεώσει τὸν πεπτωκότα ἄνθρωπο : «Αὐτὸς ἐνηνθρώπησεν ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν », καὶ λάβομε τὴν ἀφθαρσία. Οἱ εὐεργεσίες πρὸς τὸν ἄνθρωπο ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς ἐνσάρκωσης εἶναι « ὡς τὸ πέλαγος τῆς θαλάσσης » ἀναφέρει ὁ  ἴδιος πατήρ.[9] Δὲν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ τὶς καταμετρήσει. Ὁ τρόπος τῆς ἀκατάληπτης «θεϊκῆς κενώσεως» γίνεται τρόπος ζωῆς. Κάθε σκιώδης ὀπτικὴ τῆς ὑπάρξεως φωτίζεται ἀπὸ τὴν δυναμικὴ τοῦ θεϊκοῦ «ἀδειάσματος». Τὸ μυστήριο τῆς γεννήσεως τοῦ Λόγου ἀνοίγει τὰ μάτια μας, ὡς «τῆς ἀληθείας φάος», μὲ σκοπὸ νὰ δοῦμε τοὺς «ἀφεγγεῖς τύπους» καὶ «τὰς σκιὰς τὰς παρηγμένας»[10].

Προϋπόθεση τῆς σάρκωσης τοῦ Λόγου ποὺ ἀποβλέπει στὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἡ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἀγάπη Του πρὸς αὐτούς. Ἐμεῖς ὅμως οἱ ἄνθρωποι δὲν εἴμεθα σήμερα ἀναπαυμένοι. Δέν μᾶς ἱκανοποιοῦν τά ὑποκατάστατα. Στὴν κοπιαστικὴ ἀναζήτηση τῆς λύτρωσης δὲν μᾶς ἱκανοποιοῦν οἱ ψευδεῖς Μεσσίες, οἱ ἀνθρώπινοι καὶ φανταστικοὶ θεοί. Ὅλα αὐτὰ κάνουν ἁπλὰ πιὸ ἔντονα τὸ κενό, τὴ δυστυχία καὶ τὴν ἀπογοήτευση. Κουραστήκαμε ἀπὸ τὴν κυριαρχία τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου στὴν καρδιά μας. Ζητοῦμε λοιπὸν νὰ ἐνδυθοῦμε τὸν καινό, τὸν νέο ἄνθρωπο. Νὰ γεννήσουμε τὸ Χριστό στὶς ψυχές μας, νὰ ζήσουμε, παρὰ τὶς δυσκολίες, ἐσωτερικὲς καὶ ἐξωτερικές, τὸ μεγάλο καὶ παράδοξο μυστήριο, ποὺ οἱ αἰῶνες καὶ ἡ ἀλήθειά Του τὸ ἔκαναν τόσο δικό μας. Μᾶς λείπει, ὅμως, ὅπως λέγει τό Εὐαγγέλιο, ἕνα ἀκόμη.

Αὐτὸ τὸ ἕνα ποὺ μᾶς λείπει ἀποκαλύπτει δύο μεγάλες μας ἀδυναμίες: τὴν ἀδιαφορία μας γιὰ τὸν Θεό, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀδιαφορία μας γιὰ τὸν ἄνθρωπο, τὸν ἀδελφό μας. Μᾶς λείπει ὁ Πατέρας ἀλλὰ καὶ ἡ οἰκογένειά μας. Γιατὶ ἡ κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ δὲν εἶναι ἄσχετη μὲ τὴν κοινωνία μὲ τὸν ἄνθρωπο: ἡ κοινωνία μὲ τὸν ἄνθρωπο ἀποκαλύπτει τὴν ἀγάπη μας  πρὸς τὸν Θεό.

Λέγει χαρακτηριστικὰ ὁ ὅσιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης: «Μερικοὶ σκέφτονται πώς ὁ Κύριος γεννήθηκε καὶ ἔπαθε ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὸν ἄνθρωπο· ἐπειδὴ ὅμως δὲν βρίσκουν μέσα τους αὐτὴ τὴν ἀγάπη, διαλογίζονται πὼς αὐτὸ ἔγινε κάποτε παλιὰ καὶ πέρασε. Ὅταν ὅμως ἡ ψυχή μας γνωρίσει τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τότε αἰσθάνεται καθαρὰ πὼς ὁ Κύριος εἶναι ὁ Πατέρας μας, ὁ γνησιότατος, ὁ πλησιέστατος, ὁ πιὸ ἀγαπημένος, ὁ ἀγαθότατος καὶ δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη εὐτυχία ἀπὸ τὸ ν' ἀγαπᾶς τὸ Θεό μὲ ὅλο τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιὰ καὶ τὸν πλησίον σὰν τὸν ἑαυτό σου. Κι ὅταν πιὰ ἐγκατασταθεῖ μέσα μας αὐτὴ ἡ ἀγάπη, τότε ὅλα χαροποιοῦν τὴν ψυχή».[11]

Ἡ χάρη ἔρχεται μὲ τὴν ἀγάπη γιὰ τὸν ἀδελφὸ καὶ μ' αὐτὴν διατηρεῖται. ῾Η ἄμετρη αὐτὴ ἀγάπη ὁδήγησε τὸν Λόγο στὴν ἀσύλληπτη, γιὰ τὸν πεπερασμένο ἀνθρώπινο νοῦ, θεία κένωση. Ἀπὸ τὰ δυσθεώρητα ὕψη τῆς οὐράνιας δόξης καταδέχθηκε νὰ κατέλθει καὶ νὰ ἐνδυθεῖ τὴν ἀνθρώπινη φύση, νὰ τὴν κάνει στὸ ἑξῆς αἰωνίως μέρος τῆς θεανθρώπινης ὑπόστασής Του. ῾Η περὶ θείας κενώσεως διδασκαλία ἀποτελεῖ θεμέλιο τῆς θεολογίας τοῦ ἀποστόλου Παύλου. «Τοῦτο φρονείσθω ἐν ὑμῖν ὃ καὶ ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ, ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὑχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, ἀλλ' ἑαυτὸν ἐκένωσεν μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτόν, γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ»[12]. ῾Η θεία ταπείνωση λειτούργησε ὡς ἱσχυρὸ ἀντίδοτο κατὰ τῆς ἀνθρώπινης ἔπαρσης, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ρίζα τῆς ἁμαρτίας. ῾Ο ᾽Αδὰμ ἁμάρτησε καὶ ἐξέπεσε διότι ὑπερέβη τὰ ὅρια τῆς αὐτοσυνειδησίας του καὶ ἀκολουθῶντας τὸν πατέρα τῆς ἀλαζονείας, τὸν διάβολο, ἔφθασε στὴν δική του ἀπατηλὴ αὐτάρκεια καὶ στὴν ἀνταρσία. Τὸ γεγονός αὐτὸ ὄχι μόνο τὸν ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὸν Θεό, τὴν πηγὴ τῆς ἀγάπης καὶ τῆς συνδιαλλαγῆς, ἀλλὰ τὸν περιχαράκωσε μέσα στὰ ἀσφυκτικὰ πλαίσια τῆς νοσηρῆς ἐγωπαθείας του, ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ πιὰ νὰ ἀπελευθερωθεῖ καὶ νὰ ἀποκατασταθεῖ. ῾Η θεία ταπείνωση λειτούργησε καταλυτικὰ κατὰ τῆς ἑωσφορικῆς ἔπαρσης. Στὴν θεσπέσια ὑμνολογία τῶν Χριστουγέννων ψάλλουμε: «᾽Ιδὼν ὁ Κτίστης ὀλλύμενον τὸν ἄνθρωπον χερσὶν ὃν ἐποίησε, κλίνας οὐρανοὺς κατέρχεται. Τοῦτόν δε ἐκ Παρθένου θείας ἁγνῆς ὅλον οὐσιοῦται ἀληθείᾳ σαρκωθείς, ὅτι δεδόξασται»[13]. ῾Η σωτηρία μας εἶναι ἔργο καὶ χάρις τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ ἡ λύτρωση, ἡ ἔξοδος ζωῆς, τὸ «περισσόν»[14] τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ κόσμου εἶναι ἡ δωρεὰ τῆς σαρκώσεως τοῦ Λόγου. «Στὸ Χριστὸ συναντοῦμε τὴν Ἀπόλυτη Ὕπαρξη. Μόνο μὲ τὴν δύναμή Του μποροῦμε νὰ ὑπερνικήσουμε ὅ,τι εἶναι ἐνάντιο στὴν ἀγάπη Του καὶ ἀνίκανο νὰ προσλάβει τὴν αἰωνιότητα».[15]

῾Ο ἀπόστολος Παῦλος ὁρίζει σαφέστατα τὴν ἀσύλληπτη εὐεργεσία, ποὺ προσέφερε στὴν ἀνθρωπότητα ὁ ἐνανθρωπήσας Θεὸς Λόγος, μὲ τὰ ἑξῆς: «Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς καὶ Πατὴρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, ὁ εὐλογήσας ἡμᾶς ἐν πάσῃ εὐλογίᾳ πνευματικῇ ἐν τοῖς ἐπουρανίοις ἐν Χριστῷ, καθὼς ἐξελέξατο ἡμᾶς ἐν Αὐτῷ πρὸ καταβολῆς κόσμου εἶναι ἡμᾶς ἁγίους καὶ ἀμώμους κατενώπιον Αὐτοῦ, ἐν ἀγάπῃ προορίσας ἡμᾶς εἰς υἱοθεσίαν διὰ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ ... ἐν ᾧ ἔχομεν τὴν ἀπολύτρωσιν διὰ τοῦ αἵματος Αὐτοῦ, τὴν ἄφεσιν τῶν παραπτωμάτων, κατὰ τὸν πλοῦτον τῆς χάριτος Αὐτοῦ»[16]. ῾Η ἔννοια τῆς υἱοθεσίας ἀποδίδει καλλίτερα παντὸς ἄλλου ὅρου τὴν ὀργανικὴ προσκόλλησή μας στὸν Θεό. Διὰ τῆς πτώσεως καὶ ἀποστασίας γίναμε πάροικοι καὶ «ξένοι τῶν διαθηκῶν τῆς ἐπαγγελίας» τοῦ Θεοῦ[17]. Ὅμως «ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο»[18], «ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν». Δὲν εἶναι πιὰ ὁ καθένας μας «δοῦλος, ἀλλ' Υἱὸς ἢ δὲ Υἱὸς, καὶ κληρονόμος Θεοῦ διὰ Χριστοῦ»[19]. Αὐτὴ εἶναι ἡ μεγαλύτερη εὐλογία, ποὺ λαμβάνουμε χάρις στὴν Θεία Ἐνανθρώπηση!

Ἂν παραμερίσουμε τὸν ὀρθολογισμὸ καὶ σκεπτικισμό, τὴν ὑπερηφάνεια καὶ αὐτάρκεια τοῦ ἀνθρώπου ποὺ νομίζει ὅτι ὅλα τὰ ἐξηγεῖ καὶ τὰ κατορθώνει, τὴν ἀγωνιώδη μέριμνα τοῦ βίου, τὰ πάθη καὶ τὶς ἀδυναμίες μας, τὴ «ρουτίνα» πολλῶν καθημερινῶν ματαίων πράξεων καὶ ἐπιδιώξεων ποὺ κατατρώγουν τὴ ζωή μας καὶ προσέλθουμε στὸ Σπήλαιο τῆς Βηθλεὲμ μὲ ταπείνωση καὶ ἁπλότητα, θὰ ἀποκαλυφθεῖ καὶ σὲ μᾶς τὸ μεγάλο καὶ μοναδικό μυστήριο ποὺ συντελεῖται ἐκεῖ.

Δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ προσεγγίσει τὸ μυστήριο αὐτὸ ἂν δὲν μετανοήσει, δηλαδὴ ἂν δὲν ἀλλάξει νοῦ, ἂν δὲν παύσει νὰ βλέπει τὰ πράγματα ἀπὸ τὴ στενὴ καὶ φτωχὴ προοπτικὴ τοῦ ἀρρωστημένου ἀπὸ τὸν ἐγωϊσμὸ ἀνθρώπου, γιὰ νὰ τὰ δεῖ μέσα στὴν αἰώνια καὶ ἄπειρη προοπτικὴ τοῦ Θεοῦ. Κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο, «ὁ τὰ τῆς ἁμαρτίας διασπῶν δεσμὰ σπαργάνοις ἐμπλέκεται, ἐπειδὴ τοῦτο θέλει. Θέλει γὰρ τὴν ἀτιμίαν ποιῆσαι τιμήν, τὴν ἀδοξίαν ἐνδῦσαι δόξαν, τὸν τῆς ὕβρεως ὅρον, ἀρετῆς δεῖξαι τρόπον. Ὅθεν ὑπέρχεται τὸ ἐμὸν σῶμα, ἵνα ἐγὼ χωρήσω τὸν αὐτοῦ Λόγον. Καὶ λαβὼν τὴν ἐμὴν σάρκα δίδωσί μοι τὸ ἑαυτοῦ Πνεῦμα, ἵνα διδοὺς καὶ λαμβάνων θησαυρόν μοι ζωῆς ἐμπορεύσηται. Λαμβάνει μου τὴν σάρκα, ἵνα με ἁγιάσῃ. Δίδωσί μοι τὸ Πνεῦμα Αὐτοῦ, ἵνα με διασώσῃ».[20] Καὶ ὅλα αὐτὰ χωρὶς νὰ ἀλλοιωθεῖ ἡ θεότητα τοῦ Χριστοῦ. «ἄτρεπτον γὰρ τὸ ἀθάνατον».[21]

Ὁ Μ. Βασίλειος διασαφηνίζει ἐπίσης τὸ εἶδος τοῦ καινισμοῦ ποὺ ὑφίσταται ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν Σάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου. Ὁ Χριστὸς ἦλθε γιὰ νὰ ἁγιὰσει τὸν καταραμένο ἀπὸ τὴν φθορὰ ἄνθρωπο ποὺ χωρίσθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ ἐκπίπτοντας τοῦ Παραδείσου· νὰ ἀνεβάσει τὴν ἀνθρώπινη σάρκα στὸν οὐρανό. Γι΄ αὐτὸ χρειάσθηκε ἕνα ἐργαστήριο ποὺ δὲν ἦταν ἄλλο ἀπὸ τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, τὴν ὁποίαν ἐπεσκίασε Πνεῦμα Ἅγιον καὶ δύναμις Ὑψίστου[22] καὶ «οὔτε ἡ παρθενία τὸν τόκον ἐκώλυσεν, οὔτε ὁ τόκος τὴν παρθενίαν ἔλυσεν».[23]

Σύμφωνα, τέλος, μὲ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο, ὁ Χριστὸς ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ γίνουμε ἐμεῖς θεοὶ κατὰ χάριν.[24] Ὅπως μὲ τὴν παρακοὴ ὁ ἄνθρωπος γίνεται χοϊκός, ἔτσι μὲ τὴν ὑπακοὴ καὶ τὴν πίστη στὸ Χριστὸ γίνεται οὐράνιος, καινὸς ἄνθρωπος καὶ ὁδηγεῖται στὴν ἀφθαρσία καὶ τὴν ἀληθινὴ ζωή.[25] Αὐτὸ τὸ σχέδιο καλούμαστε νὰ ἐφαρμόσουμε καὶ νὰ ἀγωνιστοῦμε γιὰ νὰ λάβουμε τὸν ἁγιασμό μας μεταβάλλοντας τὰ πάθη μας σὲ ἀρετὲς μὲ τὴ συνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

[1] Μ. Βασιλείου, Ὁμιλία εἰς τὴν ἁγίαν τοῦ Χριστοῦ γέννησιν, PG 31, 1457D-1460A.

[2] Ἰω.  Χρυσοστὸμου, Εἰς τὸ γενέθλιον τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, Λόγος, PG 56, 388: „Τί γάρ εἴπω ἢ τί λαλήσω; Τὴν τεκοῦσαν ὁρῷ, τὸν τεχθέντα βλέπω, τὸν δὲ τρόπον τῆς γεννήσεως οὐ συνορῶ· νικᾶται γὰρ φύσις, νικᾶται καὶ τὰξεως ὅρος, ὅπου Θεὸς βούλεται. Οὐ γὰρ κατὰ φύσιν γέγονε τὸ πρᾶγμα, ἀλλ΄ ὑπὲρ φύσιν τὸ θαῦμα“.

[3] Ἰω. Χρυσοστόμου, Ἀπὸδειξις τοῦ χρησίμως τὰς περὶ Χριστοῦ καὶ ἐθνῶν καὶ τῆς ἐκπτώσεως Ἰουδαίων προφητείας ἀσαφεῖς εἶναι, PG 56, 166: „ Ὅτι ἐτέχθη ἐκ τῆς παρθένου ἐπίσταμαι· τὸν δὲ τρόπον οὐδὲ ἐνταῦθα καταλαμβάνω... Καὶ ὥσπερ ἐνταῦθα ἐπὶ τῆς παρθένου, οὐκ εἰδὼς ἐγὼ πῶς ἐκ παρθένου ἐγεννήθη, ὁμολογῶ ὅτι ἐγεννήθη, καὶ οὐκ ἀναιρῶ τὸ πρᾶγμα διὰ τὴν ἄγνοιαν τοῦ τρόπου, οὕτω καὶ σὺ ποίησον...“.

[4]  Λουκ. ιδ’,23.

[5] Εἶναι ἐξαιρετικῆς θεολογικῆς σημασίας ἡ ἐπισήμανση τοῦ Θεοφυλάκτου Βουλγαρίας ὅτι ὁ ἀποστελλόμενος δοῦλος τῆς παραβολῆς τῶν κεκλημένων στὸ μεγάλο Δεῖπνο (Λουκ. ιδ’,16-24) εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. PG 123, 936AΒ.

[6] „Ὅσοι γὰρ εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε“. Γαλ. γ΄, 27.

[7]  Ὁ Χριστός, ὡς αἰώνιος βασιλεύς, ἀνακεφαλαιώνει τὸν Ἀδὰμ ἐν αὐτῷ διὰ τῆς σαρκώσεως, γράφει ὁ ἅγιος Εἰρηναῖος Λουγδούνου ( Adversus haereses, III, 21, 9) ἀναφερόμενος διεξοδικὰ  στὴ ἄνευ τέλους σύνθεση τοῦ ἔργου τῆς θείας οἰκονομίας στὸ πρόσωπό Του. Βλ. PG 7(1) 955B κ.ἑξ.

[8]   Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Λόγος 38, Εἰς τὰ Θεοφάνια,…PG 36 313C: «[…] Ἐφάνη γὰρ Θεὸς ἀνθρώποις διὰ γεννήσεως· τὸ μὲν ὤν, καὶ ἀεὶ ὢν ἐκ τοῦ ἀεὶ ὄντος, ὑπὲρ αἰτίαν καὶ λόγον (οὐδὲ γὰρ ἦν τοῦ Λόγου λόγος ἀνώτερος)· τὸ δὲ, δι᾿ ἡμᾶς γενόμενος ὕστερον, ἵν᾿ ὁ τὸ εἶναι δούς, καὶ τὸ εὖ εἶναι χαρίσηται· μᾶλλον δὲ, ῥεύσαντας ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ εὖ εἶναι διὰ κακίαν, πρὸς αὐτὸ πάλιν ἐπαναγάγῃ διὰ σαρκώσεως.»

[9]  Μ. Ἀθανασίου, De incarnatione verbi, , ed. C. Kannengiesser, Sources Chrétiennes 199, Paris 1973, 54,4,5 : «Καὶ ὅλως τὰ κατορθώματα τοῦ Σωτῆρος, τὰ τῆς ἐνανθρωπήσεως Αὐτοῦ γενόμενα, τοιαῦτα καὶ τοσαῦτά ἐστιν, εἰ διηγήσασθαί τις ἐθελήσειεν, ἔοικε τοῖς  ἀφορῶσιν εἰς τὸ πέλαγος τῆς θαλάσσης καὶ θέλουσιν ἀριθμεῖν τὰ κύματα ταύτης».

[10] Κανὼν Χριστουγέννων, Ἰαμβικός, Ἰωάννου Μοναχοῦ, ᾨδὴ θ΄: «Τύπους  ἀφεγγεῖς καὶ σκιὰς παρηγμένας,/ Μῆτερ ἁγνή, τοῦ Λόγου δεδορκότες,/Νέου φανέντος, ἐκ πύλης κεκλεισμένης,/Δοξούμενοί τε, τῆς ἀληθείας φάος,/ἐπαξίως σὴν εὐλογοῦμεν γαστέρα», Μηναῖον Δεκεμβρίου, Ἀποστολικῆς Διακονίας, ἔκδ. Γ΄, ἐν Ἀθήναις 2009, σελ. 517.

[11]  Πρωτοπρ. Ἀνδρέα Παπαϊωάννου, ῾Ο Χριστὸς πρὸ Χριστοῦ, Ἀθῆναι 1991, σελ. 37-49

[12]  Φιλ. β΄,5-8.

[13]  Κανὼν Χριστουγέννων, ᾨδὴ Α΄, 2° τροπάριο.

[14] ‘’Ἐγὼ ἦλθον ἵνα ζωὴν ἔχωσι καὶ περισσὸν ἔχωσιν’’, Ἰω. ι΄,1.

[15] Ἀρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Ὀψόμεθα τὸν Θεὸν καθώς ἐστι, ἐκδ.  Ι.Σ.Μ. Ἁγ. Ἰωάννου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας, 2010, σελ. 171.

[16]Ἐφ. α’,3-7

[17]Ἐφ. β’,12

[18]Ἰωάν. α’,14

[19]Γαλ.δ’, 4-7

[20] Ἁγ. Ἰω. Χρυσοστὸμου., Εἰς τὸ γενέθλιον τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, Λόγος, PG 56, 389.

[21] Μ. Βασιλείου, Ὁμιλία εἰς τὴν ἁγίαν τοῦ Χριστοῦ γέννησιν, PG 31,1460C – 1461A: “Μὴ κατάπτωσιν τῆς θεότητος ἐννοήσῃς· οὐ γὰρ μεταβαίνει ἐκ τόπου εἰς τόπον ὡς τὰ σώματα· μηδὲ φαντασθῇς ἠλλοιῶσθαι τὴν Θεότητα μεταβληθεῖσαν εἰς σάρκα· ἄτρεπτον γὰρ τὸ ἀθάνατον῾”.

[22] Μ. Βασιλείου, ἔνθ’ἀνωτ. 1464Α: “Μάνθανε, ὅτι διὰ τοῦτο Θεὸς ἐν σαρκί, ἐπειδὴ ἒδει τὴν καταραθεῖσαν σάρκα ταύτην ἁγιασθῆναι, τὴν ἀσθενήσασαν ἐνδυναμωθῆναι, τὴν ἀλλοτριωθεῖσα Θεοῦ, ταύτην οἰκειωθῆναι αὐτῷ, τὴν ἐκπεσοῦσαν τοῦ Παραδείσου, ταύτην εἰς οὐρανοὺς ἀναχθῆναι. Καὶ τί τὸ ἐργαστήριον τῆς οἰκονομίας ταύτης; Παρθένου ἁγίας σῶμα. Τίνες δὲ ἀρχαὶ τῆς γεννήσεως; Πνεῦμα Ἅγιον καὶ δύναμις Ὑψίστου ἐπισκιάζουσα”.

[23]  Ἁγ. Γρηγ. Νύσσης, Εἰς τὸ Γενέθλιον τοῦ Σωτῆρος, PG 46, 1136B.

[24]  Ἁγ. Γρηγ. Θεολόγου, Λόγος Θεολογικὸς Τρίτος, Περί Υἱοῦ, Orationes theologicae – Theologische Reden, übers. und eingl. Von Hermann J. Sieben, Freiburg i. B. u. a. 1996 (Fontes Christiani 22), 3, 19, σελ. 210 : “ἵνα γένωμαι τοσοῦτον Θεὸς ὃσον ἐκεῖνος ἄνθρωπος...”.

[25]  Ἁγ. Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, Περὶ τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Μονογενοῦς, βλ. Cyrille d’Alexandrie, Dialogue sur L’Incarnation du Monogéne, στὸ  Deux Dialogues Christologiques, ἐκδ.  G.M. de Durand, Paris 1964 [Sources Chrétiennes 97],  692,13: “Εἰκόνα μὲν γὰρ τοῦ χοϊκοῦ τὸ εὐόλισθον πρὸς ἁμαρτίαν, καὶ τὸν ἐντεῦθεν ἡμῖν ἐπιῤῥιφέντα θάνατον. Εἰκόνα δὲ αὖ τοῦ ἐπουρανίου, τουτέστι Χριστοῦ, τὸ ἑδραῖον εἰς ἁγιασμόν, καὶ ἀνακαίνισιν εἰς ἀφθαρσίαν καὶ ζωήν”.

Previous MonthNext Month
Μάρτιος 2024
Δευ Τρι Τετ Πεμ Παρ Σαβ Κυρ
17
Ημερομηνία : 17/3/2024

Ἐπὶ τὰς πηγάς /
Zu den Quellen


17. März 2024: Sonntag des Käseverzichts

Schriftlesungsarchiv

Previous MonthNext Month
Μάρτιος 2024
Δευ Τρι Τετ Πεμ Παρ Σαβ Κυρ
1
Ημερομηνία : 1/3/2024
2
3
4
5
6
Ημερομηνία : 6/3/2024
7
8
Ημερομηνία : 8/3/2024
9
10
18
Ημερομηνία : 18/3/2024
19
Ημερομηνία : 19/3/2024
20
Ημερομηνία : 20/3/2024
21
Ημερομηνία : 21/3/2024
22
Ημερομηνία : 22/3/2024
27
Ημερομηνία : 27/3/2024
28
Ημερομηνία : 28/3/2024
29
Ημερομηνία : 29/3/2024

Ἡ συμβολή σας


Μέ τήν ἱστορική γιά τόν Ἑλληνισμό στήν Αὐστρία σημασία καί τή πλούσια δραστηριότητα στό φιλαν-θρωπικό, ἀνθρωπιστικό καί πολιτιστικό ἐπίπεδο, ἡ Μη- τρόπολη Αὐστρίας στρέφε- ται σέ ἐσᾶς ἀναζητώντας ἐνίσχυση στό ἔργο της. 

Ἐνημερωθεῖτε!

Ὁ Θεός νά σᾶς εὐλογεῖ

Legetøj og BørnetøjTurtle