Ποιμαντικὴ Ἐπιστολὴ τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αὐστρίας κ. Ἀρσενίου ἐπὶ τῇ Ἁγία καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστή 2025

 Ἀγαπητοί ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ

«Ἔφθασε καιρός ἡ τῶν πνευματικῶν ἀγῶνων ἀρχή, ἡ κατά τῶν δαιμόνων νίκη, ἡ πάνοπλος ἐγκράτεια, ἡ τῶν Ἀγγέλων εὐπρέπεια, ἡ πρός Θεόν παρρησία…» (ἰδιόμελον Τυρινῆς, Ἦχος πλ. β΄).

Μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ εἰσερχόμεθα στήν Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή, περίοδο πνευματικῆς ἀσκήσεως καί προπαρασκευῆς γιά τή μεγάλη ἑορτή τοῦ Πάσχα. Στάδιον μέγα, στό ὁποῖον  ὅλοι οἱ πιστοί ἀνεξαιρέτως  καλούμεθα νά μιμηθοῦμε τόν Κύριον καί νά ἀποδυθοῦμεν στόν καλό πνευματικό ἀγώνα. Ἐνώπιόν μας ἀνοίγεται ἕνα ἀκόμη στάδιο ἀγώνων, σώματος καί πνεύματος. Τό «στάδιον τῶν ἀρετῶν», ὅπως τό ὀνομάζει ἡ ἱερά  ὑμνογραφία, διαθέτει μόνον στίβους διά τούς ἀγωνιστές καί ὄχι θεατές. Οἱ ἀγωνοθέτες καί οἱ θεατές εὑρίσκονται εἰς τούς οὐρανούς. Ἀγωνοθέτης τῆς πίστεως εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καί θεατές οἱ ἤδη  ἀγωνισθέντες καί διακριθέντες Ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι ἔχοντας λάβει τόν στέφανον καί τό βραβεῖον παρακολουθοῦν καί θαυμάζουν τίς ἐπιδόσεις μας. 

Ὁ πνευματικός ἀγώνας μας ἐγκαινιάσθηκε ἤδη ἀπό τή στιγμή τῆς Βαπτίσεώς μας, ὅταν ἀπετάχθημεν τόν διάβολον καί τά ἔργα του, ἐνδυθέντες διά λευκοῦ χιτῶνος τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, τόν ὁποῖον καί ὑπεσχεθήκαμε νά ἀκολουθήσωμε σέ ὅλη τή ζωή μας, ἀντιπαλεύοντες τήν «εὐπερίστατον ἁμαρτίαν» καί τόν διαρκῆ πόλεμο, τόν ὁποῖον διεξάγουν  οἱ δυνάμεις τοῦ κακοῦ. Ὅλοι  οἱ πιστοί ἀνεξαιρέτως καλούμεθα νά ἀκολουθήσουμε τό παράδειγμα τοῦ ἰδίου τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος πρίν ἐγκαινιάσει δημοσίως τό σωτηριολογικό Του ἔργο ἀσκήτευσε στήν ἔρημο «νηστεύσας ἡμέρας τεσσαράκοντα καί νύκτας τεσσαράκοντα» γιά νά ἀντιμετωπίσει τούς πειρασμούς τοῦ πονηροῦ (Ματθ. δ´ 11).  Γιά τόν λόγον αὐτόν, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας παρομοιάζουν τήν Μ. Τεσσαρακοστή μέ πνευματικήν ἔρημο

Ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία μερίμνησε καί θέσπισε τό στάδιον τῶν νηστειῶν, προκειμένου νά θυμηθοῦμε ὅτι ἀπό τήν ὥρα τοῦ βαπτίσματός μας εἴμεθα ἀγωνισταί τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ὀφείλομεν νά ἐπιδοθοῦμε στά ἅγια ἀγωνίσματα τῆς ἀλληλοσυγχωρήσεως, τῆς νηστείας, τῆς προσευχῆς, τῆς ἐλεημοσύνης, τῆς ὑπομονῆς στίς ταλαιπωρίες τῆς ζωῆς καί τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης πρός τόν πλησίον. Ἡ νηστεία ἐξαγνίζει τό σῶμα ἀπό περιττά βάρη καί ἀνοίγει τή θύρα τῆς μετανοίας καί τῆς αὐτοσυνειδησίας ὅτι εἴμεθα ἁμαρτωλοί καί πεπτωκότες. Ἡ ἐλεημοσύνη ἁγιάζει τήν νηστεία καί μᾶς ὁδηγεῖ εἰς στήν προσευχή πρός τόν ἐλεήμονα καί πανάγαθο Θεό, ἡ ὑπομονή εἰς τόν πόνο καί τίς θλίψεις μᾶς καθιστᾶ μιμητές τῶν ἁγίων Μαρτύρων καί μᾶς ἐξασφαλίζει ὡς ἔπαθλον μεγάλες δωρεές καί στεφάνους ἀπό τόν Κύριον. Ἡ συγχώρεση τέλος καί ἡ ἀγάπη πρός τόν πλησίον ἀποτελοῦν σφραγίδα τοῦ χριστιανικοῦ μας φρονήματος καί μᾶς καθιστοῦν μιμητές τοῦ Κυρίου. 

Ἡ προσευχή τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου, τήν ὁποία ἐπαναλαμβάνουμε στίς Ἀκολουθίες κατά τήδιάρκεια τῆς Τεσσαρακοστῆς κάνοντας μετάνοιες, συνιστᾶ  ὕμνο τῆς εὐσεβείας: «Κύριε καί Δέσποτα τῆςζωῆς μουπνεῦμα ἀργίαςπεριεργίαςφιλαρχίας καί ἀργολογίας μή μοι δόςπνεῦμα δέ σωφροσύνηςταπεινοφροσύνηςὑπομονῆς καί ἀγάπης χάρισαί μοι τῷ σῷ δούλῳΝαί Κύριεδώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τά ἐμάπταίσματα καί μή κατακρίνειν τόν ἀδελφόν μουὅτι εὐλογητός εἶεἰς τούς αἰῶναςτῶν αἰώνωνἈμήν». Προσευχόμεθα πρός τόν Κύριον  γιά τήν ἀπαλλαγή μας ἀπό τά τέσσαρα φοβερώτερα πάθη καί τή δωρεά τῶντεσσάρων σπουδαιοτέρων ἀρετῶν. Συγχρόνως προσευχόμεθα νά μᾶς δωρίσει τήν μεγάλη ἀρετή τῆςαὐτογνωσίας, ὥστε νά ἀσχολούμεθα  μέ τίς δικές μας ἁμαρτίες καί ὄχι μέ τίς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων. 

Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή δέν εἶναι μόνον μία περίοδος σωματικῆς ἀσκήσεως ἤ τηρήσεως ἐξωτερικῶνκανόνων, ἀλλά μία εὐκαιρία νά ἐπιστρέψουμε στήν καρδίαν μας καί νά σταθοῦμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ μέπνεῦμα ἀληθείας, ταπεινώσεως καί ἀγάπης.Ἡ περίοδος αὐτή εἶναι κάλεσμα ἐπιστροφῆς πρός τόν Θεό καί τήνἀληθινή φύση μας, τήν ἐντός τῆς καρδίας μας, τήν ὁποία οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἀποκαλοῦν «κελίον»,τόπον ἡσυχίας καί συναντήσεώς μας μέ τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν. Ἡ νηστεία, ἡ προσευχή καί ἡμετάνοια δέν εἶναι αὐτοσκοποί, ἀλλά μέσα γιά νά ἐπανεύρωμε τήν ὁδό τῆς  ἡσυχίας τῆς καρδίας, ὅπουκατοικεῖ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀληθινή νηστεία κατά τόν ἅγιο Γρηγόριον Παλαμᾶ εἶναι ἡ κάθαρση τῆςκαρδίας καί ἡ ἀναχώρηση ἀπό τή  φλυαρία τοῦ κόσμου  ὥστε ἐν ἡσυχίᾳ  νά γίνει δεκτική στό ἄκτιστον φῶςτοῦ Θεοῦ («Ἐν τῇ ἡσυχίᾳ καὶ ἐν τῇ πεποιθήσει ἔσται  ἰσχύς ὑμῶν» (Ησ. 30,15). Πρόκειται γιά μία πορεία ἐπιστροφῆς εἰς τήν καρδίαν μας «δι’ εἰλικρινοῦς μετανοίας καί προσευχῆς, προκειμένου νά συναντήσωμε ἐντός μας τόν Θεό καί νά βιώσωμε τήν ἐσωτερική αὐτή πραγματικότητα ἐντός ἡμῶν. Ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος μᾶς προτρέπει νά εἰσέλθωμε εἰς τό κελίον μας καί αὐτό θά μᾶς διδάξει τά πάντα. 

Ἄς εἰσέλθωμε ἀδελφοί εἰς τό ἅγιο στάδιον μέ ταπεινοφροσύνη καί μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ καί τήν εὐχή τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἄς δώσουμε τόν καλό ἀγώνα τῆς μετανοίας, τῆς καθάρσεως, τῆς ὑπομονῆς, τῆς ἐγκρατείας, τῆς ἀλληλοσυγχωρήσεως, τῆς ἐλεημοσύνης τῆς προσευχῆς καί τῆς ἀγάπης.  Οὐδείς νά παραμείνη ἀδιάφορος, οὐδείς ἁπλός θεατής πρός τό σάλπισμα τῶν πνευματικῶν ἀγώνων. Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή ἀποτελεῖ εὐκαιρία νά ἀφήσωμε τήν διάσπαση τῆς καθημερινότητος καί νά ἐπιστρέψουμε στήν ἡσυχία τῆς καρδίας διά τῆς νηστείας, τῆς προσευχῆς καί τῆς σιωπῆς γιά νά ἀκούσουμε τήν φωνή τοῦ Κυρίου ἐντός μας. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος προτρέπει: «κατοικῆσαι τόν Χριστόν διά τῆς πίστεως ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν» (Ἐφ 3,17), ὁ Χριστός δηλαδή κατοικεῖ στίς καρδιές τῶν πιστῶν, ἐξ οὗ καί οἱ λόγοι τοῦ Κυρίου: «ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ὑμῶν ἐστι» (Λκ. 17,21). Ἡ βασιλεία τοῦ Θεoῦ εὑρίσκεται στίς καρδιές ἐκείνων πού πιστεύουν εἰς τόν Χριστό καί ἀναγεννῶνται ἐκ τῆς χάριτος τοῦ ἁγίου Πνεύματος. 

Ἄς ἀποστρέψωμε τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά τό βλέμμα καί τόν νοῦ μας ἀπό τήν σύγχυση τοῦ κόσμου τούτου καί ἄς τό στρέψωμεν πρός τήν Ἱερουσαλήμ τῆς καρδίας μας, ἡ ὁποία «εἶναι τό βασίλειον τοῦ Θεοῦ», κατά τόν ἅγιο Μακάριο τόν Αἰγύπτιο. Μᾶς περιμένει ὁ Κύριος νά Τοῦ ἀνοίξωμεν τήν πόρτα καί νά ἑνωθοῦμε μαζί Του. Αὐτή εἶναι ἡ εὐλογία τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ἐκ τοῦ κελίου τῆς καρδιᾶς μας, νά βαδίσωμε πρός τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως. 

Καλή καί εὐλογημένη Ἁγία Τεσσαρακοστή! Ἀμήν! 

Μέ ἐγκάρδιες εὐχές καί ἀγάπη

                                          

† Ὁ Αὐστρίας Ἀρσένιος

Χαιρετισμός Μητροπολίτου Αύστρίας Ὑπερτίμου καὶ Ἐξάρχου Οὑγγαρίας καὶ Μεσευρώπης κ. Ἀρσενίου στὰ Γ´ Καραβαγγέλεια

Ἐν Καστορίᾳ 15.02.2025

Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα Καστορίας κ. Καλλίνικε, Σεβαστοί πατέρες, ἀγαπητοί άδελφοί καί ἀδελφές ἐν Κυρίῳ,

Αἰσθάνομαι ἔντονη τήν ἀνάγκη νά ἐκφράσω τίς ἐκ βάθους καρδίας εὐχαριστίες μου διά τήν ἐξόχως τιμητικήν πρόσκλησιν διά τή συμμετοχήν μου εἰς τά Γ΄ Καραβαγγέλεια, μέ θέμα «Ὁ Ἰουστινιανός καί ἡ Καστοριά», ὑπό τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Καστορίας καί ὑπό τήν αἰγίδα τοῦὙπουργείου Ἐσωτερικῶν τοῦ Τομέα Μακεδονίας- Θράκης. Ὡς ἐκπρόσωπος τῆς Μητρός Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας σᾶς μεταφέρω τίς Πατρικές εὐλογίες καί τήν ἀγάπη τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ ἡμῶν Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου καθώς καί τίς εὐχές Του διά τόν σημαντικό αὐτό θεσμό ἱστορικῆς μνήμης καί ἀποδόσεως τοῦ προσήκοντος σεβασμοῦ εἰς μίαν μορφήν, ἡ ὁποία ἐκόσμησεν καί ἐτίμησεν ὅσον ὀλίγοι τήν ἀρχιερατική του ἀποστολή εἰς κρίσιμους καί σκοτεινούς χρόνους δοκιμασίας τοῦ ὀρθόδοξου Ἑλληνισμοῦ τόσον εἰς τήν Δυτικήν Μακεδονίαν, ὅσον καί εἰς τόν Πόντον.
Ἡ ὑπόμνησις καί ἡ ἀνάδειξις τοῦ πολύπτυχου καί πολυσήμαντου ἔργου τοῦ Μητροπολίτου Γερμανοῦ Καραβαγγέλη ἀποτελεῖ ἱστορικό χρέος ἔναντι τῶν νεοτέρων ἀλλά καί τῶν ἐπερχομένων γενεῶν, ἀφοῦ εἰς τό πρόσωπόν του ἐνσαρκώθηκε μέ τόν καλύτερο τρόπο ἡ ἀπόλυτη ταύτισις Ἑλληνισμοῦ καί Ὀρθοδοξίας, τοῦ ἐθνικοῦ φρονήματος καί τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, δύο πυλῶνες πού σφυρηλάτησαν τήν μακραίωνη παρουσία καί διέσωσαν τήν ταυτότητά μας ἀνά τούς αἰῶνες, εἰς πεῖσμα τῶν ἀλλοθρήσκων κατακτητῶν καί τῶν ὁμοδόξων εἰσβολέων πού ἀπεσκόπουν εἰς τό ξερίζωμα τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἀπό τίς πατρογονικές ἑστίες τῆς Μακεδονίας καί τοῦ Πόντου. Ἡ δρᾶσις τοῦ Γερμανοῦ Καραβαγγέλη ἐπεκτείνετο ἀπό τό καθημερινό ποιμαντικό ἔργο καί τήν ἵδρυσιν σχολείων καί εὐαγῶν ἱδρυμάτων μέχρι τήν ὀργάνωσιν ἐνόπλων ὁμάδων διά τήν προστασίαν τῶν ὑπό συνεχῶν διωγμῶν ἑλληνικῶν πληθυσμῶν εἰς τάς δύο προαναφερθείσες περιοχές.
Πολλά τά ἔργα καί οἱ μελέτες πού συνεγράφησαν διά τόν πρόσωπον τοῦ Μητροπολίτου Γερμανοῦ, πολλοί οἱ σύγχρονοί του οἱ Ἱεράρχες πού ἐξύμνησαν τό ἔργο του, ἀλλά θεωροῦμε ὅτι ὁ νεοσυσταθείς θεσμός τῶν Καραβαγγελείων τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Καστορίας, πρωτοβουλίᾳ τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου κ. Καλλινίκου θά προσθέσει νέα πεδία ἐρεύνης ὄχι μόνο τῆς μακρᾶς καί πολυκυμάντου βιωτῆς τοῦ Γερμανοῦ Καραβαγγέλη, ἀλλά καί ὁλόκληρης αὐτῆς τῆς ἡρωϊκῆς καί ταραγμένης ἐποχῆς ἐθνικῆς ἀφυπνίσεως τῶν ἀρχῶν τοῦ 20ου αἰῶνος. Ὁ σπουδαῖος αὐτός ἱεράρχης προσέφερε τίς ἐκκλησιαστικές καί ἐθνικές ὑπηρεσίες του στήν μαρτυροτόκο Μακεδονία ὡς Μητροπολίτης Καστορίας ἐπί σειρᾷ ἐτῶν, ἐν συνεχείᾳ ὡς Ἀμασείας καί ἀργότερον ὡς Ἰωαννίνων. Μετά ταῦτα καί πάλιν ὡς Ἀμασείας εἰς χρόνους δύσκολους διά τόν μαρτυρικόν Πόντον, μέχρι τῆς ἐκριζώσεως τοῦ ἐκεῖσε ποιμνίου, γεγονός πού ἐσήμανε τήν ἀποκοπή του ἐκ τῶν ἱερῶν χωματων τοῦ Πόντου, ἐνῶ καί ὁ ἴδιος εὑρέθη ἐκκλησιαστικῶς ἄστεγος. Τότε ἐκλήθη ὑπό τῆς Μητρός Ἐκκλησίας νά ἀναλάβει τήν ποιμαντορικήν εὐθύνην, ἀποστολήν καί δρᾶσιν στήν προβληματική τότε Μεσευρώπη.
Συγχαίρω ὑμᾶς ὅμως καί διά τήν ἐπιλογήν τοῦ ἐξόχως ἐνδιαφέροντος θέματος τῶν Καραβαγγελίων Γ΄, «Ἰουστινιανός καί Καστοριά», ἀφοῦ ἡ σημερινή πόλις τῆς Καστορίας ἱδρύθηκε καί ἀνεδείχθη εἰς τήν ζωή τῆς βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας ἀπό τόν θεολόγο-Αὐτοκράτορα Ἰουστινιανό, περί τά μέσα τοῦ 6ου αἰῶνος, ἤτοι ἕναν αιώνα μετά τήν καταστροφήν τῆς πλησιόχωρης εὐημερούσας Διοκλητιανούπολης. Μέ διορατικό τρόπο, ὁ αυτοκράτορας Ἰουστινιανός ἐκτίμησε τήν νευραλγική θέση αὐτοῦ τοῦ παραλίμνιου εὐλογημένου τόπου, τοῦ εὑρισκόμενου πλησίον τῶν ἐρειπίων τοῦ ἀρχαίου Κελέτρου. Ἡ πόλις τῆς Καστορίας, χάρις εἰς τήν προνομιακή της θέσιν καί τήν ἐπικοινωνία της μέ τά σημαντικότερα κέντρα τῆς αυτοκρατορίας (Κωνσταντινούπολη, Θεσσαλονίκη, Ἰωάννινα), τίς ἐμπορικές πόλεις τῆς Ἀδριατικής καί τήν βαλκανική ἐνδοχώρα ἀνεδείχθη εἰς ἐξέχον οἰκονομικό καί πολιτιστικό κέντρο καθ’ ὅλη τή διάρκεια τῆς βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας ἀλλά καί τῆς ὀθωμανοκρατίας ἀργότερον. Ἡ Καστορία, εὐλογήθη ὑπό τῆς Θείας Προνοίας, καθότι, ὄχι μόνον ἐγεννήθη καί ἐμεγάλωσε ἐν τῇ σκιᾷ τοῦ Βυζαντίου, ἀλλά καί ἐνέμεινεν πιστή εἰς τάς θεοφιλῆς ἀρχάς αὐτοῦ, ὥστε νά καταστῇ φάρος πολιτισμοῦ καί ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς διά τήν Μακεδονίαν καί ὅλην τήν Ῥωμανίαν. Ἐκ τῆς ἑποχῆς ἐκείνης, ἡ Καστορία διεκράτησεν τόν ρόλον της ὡς ἑνός ζωντανοῦ μνημείου Ὀρθοδοξίας, ὅπου ἡ τέχνη καί ἡ πίστις ἐξεφράσθησαν μέ τρόπον ὅστις ἐπέρασε ἀναλλοίωτος εἰς τόν χρόνον.
Σήμερον, ἡ Καστορία στέκεται ὡς μία ζῶσα παρακαταθήκη τῆς θεοσώστου Βυζαντινῆς Παραδόσεως, διατηροῦσα ἀναλλοίωτον τήν ὀρθόδοξον ταυτότητα καί τήν ἐκκλησιαστικὴν μνήμην. Ἡ ἱστορία τῆς εἶναι ἡ ἱστορία τοῦ Βυζαντίου, καί ἡ Ἱερὰ τῆς Παράδοσις καθίστατε βίωμα του λαοῦ της.
Τή σημαίνουσα καί μοναδική αὐτήν ἐκκλησιαστική, πολιτιστικήν καί ἱστορικήν κληρονομία ἀναδεικνύει ἡ ρηξικέλευθη πρωτοβουλία ὑμῶν, Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα Καστορίας κ. Καλλίνικε, διά τῶν καθιερωθέντων πλέον ἐτησίων ἐκδηλώσεων εἰς τά πλαίσια τῶν Καραβαγγελίων, εὐχόμεθα δέ ἐκ βάθους καρδίας τή συνέχισιν καί τήν ἀκτινοβολίαν αὐτῶν εἰς τό πλήρωμα τῆς τοπικής Ἐκκλησίας καί τόν ἀνά τήν οἰκουμενικήν λαόν τοῦ Θεοῦ.

Χριστουγεννιάτικο Μήνυμα Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αὐστρίας κ. Ἀρσενίου 2024

α.α. 293.241220  

Πρὸς τὸν Ἱερὸ Κλῆρο καὶ τὸ Πλήρωμα
τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Αὐστρίας
καὶ Ἐξαρχίας Οὑγγαρίας

Ἀγαπητά μου παιδιά,

Ἔφθασε καὶ πάλι ἡ εὐλογημένη ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων.
Ὁ Ἄγγελος μετέφερε στοὺς ταπεινοὺς βοσκοὺς τῆς Βηθλεὲμ τὸ ἄγγελμα τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου καλῶντας τους νὰ εὕρουν "βρέφος ἐσπαργανωμένον, κείμενον ἐν φάτνῃ". Μὲ θεία ὑμνῳδία ἡ ἀγγελικὴ στρατιὰ δοξάζε τὸν Ὕψιστο: «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ...». Ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ἦλθε ἡ Εἰρήνη ἐπάνω στὴ γῆ τὴν πολύπαθη, τὴν ἄγονη, τὸν τόπο τῶν πολέμων καὶ τῆς ἐξορίας τῶν καταδίκων. Ἡ φωνὴ τῶν Ἀγγέλων ἡ εὐαγγελιζομένη τὴν μεγάλη αὐτὴ χαρὰ ἀπευθύνεται καὶ σ'ἐμᾶς. Αὐτὴ εἶναι γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ἡ εὐδοκία (πρβλ. PG 46 1137, Ἅγ. Γρηγόριος Νύσσης). Παρόλο ποὺ δὲν ἀλλάζουν τὰ «σημεῖα τῶν καιρῶν», οἱ πόλεμοι, οἱ ταραχές, οἱ ἐξεγέρσεις μεταξὺ ἐθνῶν καὶ ἐξουσιῶν, οἱ σεισμοί, ἡ πεῖνα, οἱ ἀρρώστειες... (πρβλ. Λουκ κα΄, 10-12), μὲ τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἀνέτειλε στὸν κόσμο «τὸ Φῶς τὸ τῆς γνώσεως» καὶ ἀποκαλύφθηκε ἡ Ἀλήθεια. Ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου! «...ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν Υἱὸν Αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν» (Γαλ δ΄,4-5). Τὸ προσωπικὸ γεγονὸς τῆς γνώσεως τῆς Ἀληθείας, τῆς πίστεως στὸν μόνο ἀληθινὸ Τριαδικὸ Θεὸ ἀποκτᾶ ἀδιάκοπη σωτηριολογικὴ σημασία γιὰ τὸν κόσμο ὁλόκληρο. Ἡ κατὰ σάρκα Γέννηση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου Θεοῦ, γεγονὸς κοσμοϊστορικό, χωρίζει τὸ παλαιὸ ἀπὸ τὸ νέο, τὸ πεπερασμένο καὶ πρόσκαιρο ἀπὸ τὸ ἄπειρο καὶ αἰώνιο. Ἐνῷ συνέβη σὲ συγκεκριμένο χῶρο καὶ χρόνο, γιὰ τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας Του συμβαίνει «σήμερον» διότι κάθε στιγμὴ ἀνακεφαλαιώνεται ἡ ἱστορία τῆς Σωτηρίας γιὰ κάθε ταπεινὸ πιστὸ καὶ συντελεῖται θαῦμα ὑπερφυές: Ἡ ἐνσαρκωμένη Ἀγάπη μέσα στὶς ἀνθρώπινες καρδιές, συνεργεῖ καὶ θὰ συνεργεῖ ἕως τὸ τέλος τοῦ αἰῶνος τούτου ὄχι στὴν κρίση καὶ τὴν καταδίκη τοῦ κόσμου ἀλλὰ στὴν διὰ τοῦ Θεανθρώπου Σωτηρία του.
Κατὰ τὶς ἡμέρες τῆς Ἑορτῆς, ὅλο τὸ Ἅγιο Δωδεκαήμερο, στοὺς Ἱεροὺς Ναοὺς, μὲ ἱερὰ ἀναγνώσματα, μὲ ὕμνους ἀνυπερβλήτους σὲ λογοτεχνικὴ διατύπωση καὶ μελῳδία, βιώνουμε ὡς σύγχρονη πραγματικότητα τὸ σχέδιο τῆς θείας Οἰκονομίας γιὰ τὴν ἐπανένωση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Δημιουργὸ καὶ Πατέρα. Ἔχομε τὴν εὐκαιρία νὰ νοιώσωμε χαρὰ γιὰ τὴν ἐπιβεβαίωση τῆς εὐσπλαγχνίας τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ἐλπίζομε στὴν ἀνάκτηση τῆς ἐλευθερίας μας, στὴν ἀπόλαυση τοῦ πληρώματος τῆς ἀγάπης ποὺ δίδει συνεχῶς τὸ Παιδίον τὸ Νέον, ὁ προαιώνιος Θεὸς καὶ Λόγος τοῦ Πατρός. Τὸ Μυστήριο τῆς Γεννήσεως τοῦ Θεοῦ στὴ γῆ θέλουν συχνὰ νὰ ζήσουν στοὺς Ναοὺς ἄνθρωποι ξένοι καὶ περαστικοὶ καὶ ἀπουσιάζουν, λόγῳ βιοτικῶν μεριμνῶν, πολλοὶ Χριστιανοί. Πῶς ὅμως μποροῦμε ἀκόμη καὶ τὴν πιὸ ὄμορφη τελετὴ νὰ τὴν ὀνομάζωμε Χριστούγεννα χωρὶς ἀναφορὰ στὸ Χριστό; Χριστιανοί μου, οἱ θεῖοι Πατέρες, οἱ τὰ πάντα καλῶς διαταξάμενοι, ἔχουν προβλεψει γιὰ μᾶς μέσα στὶς Ἐκκλησίες τὸν πιὸ φωτεινὸ, τὸν πιὸ χαρούμενο, τὸν πιὸ χορταστικὸ ἑορτασμό, τὴν πανδαισία τῶν θείων Μυστηρίων.
Καλούμεθα νὰ ξεπεράσωμε τὴν ἱκανοποίηση ποὺ μᾶς παρέχει ἡ ἐπανάληψη τῶν ἑορταστικῶν συνηθειῶν μιᾶς κοσμικῆς ἐπετείου, νὰ πλησιάσωμε τὴν οὐσία τῆς Γεννήσεως τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία καὶ νὰ ἀναλογισθοῦμε τὶς συνέπειες τῆς ὑπερτάτης ἐκδηλώσεως τῆς Ἀγάπης τοῦ Δημιουργοῦ γιὰ τὴν κτίση, γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα καὶ γιὰ καθένα μας προσωπικά. «Τόσο πολὺ ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο», κατὰ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, «ὥστε τὸν Υἱὸν Αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ' ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον»(Ἰω γ΄16). Ἡ αἰώνιος ζωὴ εἶναι λοιπὸν ὁ στόχος, ἡ "ἀπώλεια" εἶναι ὁ κίνδυνος. Εὔκολα μποροῦμε νὰ ἀντιληφθοῦμε τὸν κίνδυνο τῆς ἀπωλείας τοῦ εἶναι μας, τῆς ἐκμηδενίσεως τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, τῆς μετατροπῆς μας σὲ ἕνα ἀριθμό, τῆς ἐξαφανίσεώς μας μέσα στὶς παγίδες τοῦ Πονηροῦ. Ἀντίβαρο στὴν τραγικότητα τοῦ «πεπτωκότος» ἀπογόνου τῶν Πρωτοπλάστων εἶναι ἡ ἄπειρη Ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
2024 χρόνια μετὰ τὴν κατὰ κόσμον θείαν Γέννηση, ἂς πλησιάσωμε τὸ Μυστήριο τῆς «κενώσεως» τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ἁπλότητα καὶ τὴν χαρὰ τῶν Ποιμένων. Ἂς μιμηθοῦμε τὴν ἐπιμονὴ τῶν Μάγων νὰ ἀκολουθήσουν τὸν Ἀστέρα στὴ μακρὰ πορεία τους ἕως τὸν τεχθέντα Βασιλέα, τὸν Ἥλιο τῆς Δικαιοσύνης. « Ἀναστῶμεν οὖν καὶ ἡμεῖς· κἂν πάντες ταράττωνται, ἡμεῖς ἐπὶ τὴν οἰκίαν τοῦ Παιδίου τρέχωμεν· κἂν βασιλεῖς, κἂν δῆμοι, κἂν τύραννοι τὴν ὁδὸν ταύτην ἐκκόπτωσι, μὴ καταλύωμεν τὸν πόθον» ἀναφωνεῖ ὁ Ἁγιος Ἰωάνης ὁ Χρυσόστομος, διαβεβαιώνοντας ὅτι ἔτσι θὰ ἀποτρέψωμε τὰ ἐπικείμενα δεινά (PG 57 78).
Ἂς ξεπεράσωμε λοιπὸν τὰ ὅρια τῶν ἀτομικῶν μας αἰτημάτων καὶ ἂς παρακαλέσωμε θερμὰ τὸν Κύριο νὰ μᾶς δώσει τὴν Εἰρήνη Του· νὰ καταστείλει τὰ ἔργα τοῦ σκότους στὸν πλανήτη μας, τοὺς πολέμους, τὴν βία, τὴν ἔνδεια, τὴν ἐκμετάλλευση μεταξὺ συναθρώπων· ἂς δεηθοῦμε νὰ χαρίζει καὶ στὴν κτίση καιροὺς εἰρηνικοὺς καὶ εὐκράτους. Ἀδελφοὶ μου, σᾶς καλῶ, συνδυάζοντας τὴν ἀκλόνητη πίστη μας μὲ τὴ δύναμη τῆς προσευχῆς (πρβλ. Ματθ κα΄,21-22), γονυκλινεῖς νὰ ἱκετεύσωμε τὸν Ἄρχοντα τῆς Εἰρήνης, τὸν φυγόντα νυκτὸς εἰς Αἴγυπτον, γιὰ τὴν κατάπαυση τῶν πολεμικῶν ἐπιχειρήσεων στὴ Οὐκρανία καὶ στὴ Συρία καὶ ἀλλαχοῦ, ὥστε νὰ παραμείνουν ἀνεπιβούλευτοι ἀπὸ παντοίους ἐχθροὺς οἱ Χριστιανοὶ ἀδελφοί μας στὶς ἱστορικὲς πατρογονικὲς ἑστίες των, διαβιοῦντες καὶ προκόπτοντες ἐκεῖ.
Προσευχόμενος γιὰ τὴν κατὰ Θεὸν προκοπὴ καὶ τὴν σωτηρία ὅλων, εὔχομαι ἐγκαρδίως νὰ γιορτάσετε εὐλογημένα Χριστούγεννα καὶ νὰ διέλθετε τὸ νέο σωτήριο ἔτος 2025 μὲ ὑγεία, εὐφροσύνη καὶ ὅλες τὶς θεῖες δωρεές, μὲ ἔμπρακτη ἀγάπη γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπο, ὑπὸ τὴν σκέπη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν Ἁγίων. Ἀμήν.


Μὲ πατρικὴ ἀγάπη καὶ ὁλόθερμες εὐχές
Ὁ Μητροπολίτης σας

† Ὁ Αὐστρίας καὶ Ἔξαρχος Οὑγγαρίας Ἀρσένιος

Χριστουγεννιάτικο Μήνυμα Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αὐστρίας κ. Ἀρσενίου 2024

α.α. 293.241220  

Πρὸς τὸν Ἱερὸ Κλῆρο καὶ τὸ Πλήρωμα
τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Αὐστρίας
καὶ Ἐξαρχίας Οὑγγαρίας

Ἀγαπητά μου παιδιά,

Ἔφθασε καὶ πάλι ἡ εὐλογημένη ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων.
Ὁ Ἄγγελος μετέφερε στοὺς ταπεινοὺς βοσκοὺς τῆς Βηθλεὲμ τὸ ἄγγελμα τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου καλῶντας τους νὰ εὕρουν "βρέφος ἐσπαργανωμένον, κείμενον ἐν φάτνῃ". Μὲ θεία ὑμνῳδία ἡ ἀγγελικὴ στρατιὰ δοξάζε τὸν Ὕψιστο: «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ...». Ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ἦλθε ἡ Εἰρήνη ἐπάνω στὴ γῆ τὴν πολύπαθη, τὴν ἄγονη, τὸν τόπο τῶν πολέμων καὶ τῆς ἐξορίας τῶν καταδίκων. Ἡ φωνὴ τῶν Ἀγγέλων ἡ εὐαγγελιζομένη τὴν μεγάλη αὐτὴ χαρὰ ἀπευθύνεται καὶ σ'ἐμᾶς. Αὐτὴ εἶναι γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ἡ εὐδοκία (πρβλ. PG 46 1137, Ἅγ. Γρηγόριος Νύσσης). Παρόλο ποὺ δὲν ἀλλάζουν τὰ «σημεῖα τῶν καιρῶν», οἱ πόλεμοι, οἱ ταραχές, οἱ ἐξεγέρσεις μεταξὺ ἐθνῶν καὶ ἐξουσιῶν, οἱ σεισμοί, ἡ πεῖνα, οἱ ἀρρώστειες... (πρβλ. Λουκ κα΄, 10-12), μὲ τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἀνέτειλε στὸν κόσμο «τὸ Φῶς τὸ τῆς γνώσεως» καὶ ἀποκαλύφθηκε ἡ Ἀλήθεια. Ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου! «...ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν Υἱὸν Αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν» (Γαλ δ΄,4-5). Τὸ προσωπικὸ γεγονὸς τῆς γνώσεως τῆς Ἀληθείας, τῆς πίστεως στὸν μόνο ἀληθινὸ Τριαδικὸ Θεὸ ἀποκτᾶ ἀδιάκοπη σωτηριολογικὴ σημασία γιὰ τὸν κόσμο ὁλόκληρο. Ἡ κατὰ σάρκα Γέννηση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου Θεοῦ, γεγονὸς κοσμοϊστορικό, χωρίζει τὸ παλαιὸ ἀπὸ τὸ νέο, τὸ πεπερασμένο καὶ πρόσκαιρο ἀπὸ τὸ ἄπειρο καὶ αἰώνιο. Ἐνῷ συνέβη σὲ συγκεκριμένο χῶρο καὶ χρόνο, γιὰ τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας Του συμβαίνει «σήμερον» διότι κάθε στιγμὴ ἀνακεφαλαιώνεται ἡ ἱστορία τῆς Σωτηρίας γιὰ κάθε ταπεινὸ πιστὸ καὶ συντελεῖται θαῦμα ὑπερφυές: Ἡ ἐνσαρκωμένη Ἀγάπη μέσα στὶς ἀνθρώπινες καρδιές, συνεργεῖ καὶ θὰ συνεργεῖ ἕως τὸ τέλος τοῦ αἰῶνος τούτου ὄχι στὴν κρίση καὶ τὴν καταδίκη τοῦ κόσμου ἀλλὰ στὴν διὰ τοῦ Θεανθρώπου Σωτηρία του.
Κατὰ τὶς ἡμέρες τῆς Ἑορτῆς, ὅλο τὸ Ἅγιο Δωδεκαήμερο, στοὺς Ἱεροὺς Ναοὺς, μὲ ἱερὰ ἀναγνώσματα, μὲ ὕμνους ἀνυπερβλήτους σὲ λογοτεχνικὴ διατύπωση καὶ μελῳδία, βιώνουμε ὡς σύγχρονη πραγματικότητα τὸ σχέδιο τῆς θείας Οἰκονομίας γιὰ τὴν ἐπανένωση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Δημιουργὸ καὶ Πατέρα. Ἔχομε τὴν εὐκαιρία νὰ νοιώσωμε χαρὰ γιὰ τὴν ἐπιβεβαίωση τῆς εὐσπλαγχνίας τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ἐλπίζομε στὴν ἀνάκτηση τῆς ἐλευθερίας μας, στὴν ἀπόλαυση τοῦ πληρώματος τῆς ἀγάπης ποὺ δίδει συνεχῶς τὸ Παιδίον τὸ Νέον, ὁ προαιώνιος Θεὸς καὶ Λόγος τοῦ Πατρός. Τὸ Μυστήριο τῆς Γεννήσεως τοῦ Θεοῦ στὴ γῆ θέλουν συχνὰ νὰ ζήσουν στοὺς Ναοὺς ἄνθρωποι ξένοι καὶ περαστικοὶ καὶ ἀπουσιάζουν, λόγῳ βιοτικῶν μεριμνῶν, πολλοὶ Χριστιανοί. Πῶς ὅμως μποροῦμε ἀκόμη καὶ τὴν πιὸ ὄμορφη τελετὴ νὰ τὴν ὀνομάζωμε Χριστούγεννα χωρὶς ἀναφορὰ στὸ Χριστό; Χριστιανοί μου, οἱ θεῖοι Πατέρες, οἱ τὰ πάντα καλῶς διαταξάμενοι, ἔχουν προβλεψει γιὰ μᾶς μέσα στὶς Ἐκκλησίες τὸν πιὸ φωτεινὸ, τὸν πιὸ χαρούμενο, τὸν πιὸ χορταστικὸ ἑορτασμό, τὴν πανδαισία τῶν θείων Μυστηρίων.
Καλούμεθα νὰ ξεπεράσωμε τὴν ἱκανοποίηση ποὺ μᾶς παρέχει ἡ ἐπανάληψη τῶν ἑορταστικῶν συνηθειῶν μιᾶς κοσμικῆς ἐπετείου, νὰ πλησιάσωμε τὴν οὐσία τῆς Γεννήσεως τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία καὶ νὰ ἀναλογισθοῦμε τὶς συνέπειες τῆς ὑπερτάτης ἐκδηλώσεως τῆς Ἀγάπης τοῦ Δημιουργοῦ γιὰ τὴν κτίση, γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα καὶ γιὰ καθένα μας προσωπικά. «Τόσο πολὺ ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο», κατὰ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, «ὥστε τὸν Υἱὸν Αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ' ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον»(Ἰω γ΄16). Ἡ αἰώνιος ζωὴ εἶναι λοιπὸν ὁ στόχος, ἡ "ἀπώλεια" εἶναι ὁ κίνδυνος. Εὔκολα μποροῦμε νὰ ἀντιληφθοῦμε τὸν κίνδυνο τῆς ἀπωλείας τοῦ εἶναι μας, τῆς ἐκμηδενίσεως τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, τῆς μετατροπῆς μας σὲ ἕνα ἀριθμό, τῆς ἐξαφανίσεώς μας μέσα στὶς παγίδες τοῦ Πονηροῦ. Ἀντίβαρο στὴν τραγικότητα τοῦ «πεπτωκότος» ἀπογόνου τῶν Πρωτοπλάστων εἶναι ἡ ἄπειρη Ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
2024 χρόνια μετὰ τὴν κατὰ κόσμον θείαν Γέννηση, ἂς πλησιάσωμε τὸ Μυστήριο τῆς «κενώσεως» τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ἁπλότητα καὶ τὴν χαρὰ τῶν Ποιμένων. Ἂς μιμηθοῦμε τὴν ἐπιμονὴ τῶν Μάγων νὰ ἀκολουθήσουν τὸν Ἀστέρα στὴ μακρὰ πορεία τους ἕως τὸν τεχθέντα Βασιλέα, τὸν Ἥλιο τῆς Δικαιοσύνης. « Ἀναστῶμεν οὖν καὶ ἡμεῖς· κἂν πάντες ταράττωνται, ἡμεῖς ἐπὶ τὴν οἰκίαν τοῦ Παιδίου τρέχωμεν· κἂν βασιλεῖς, κἂν δῆμοι, κἂν τύραννοι τὴν ὁδὸν ταύτην ἐκκόπτωσι, μὴ καταλύωμεν τὸν πόθον» ἀναφωνεῖ ὁ Ἁγιος Ἰωάνης ὁ Χρυσόστομος, διαβεβαιώνοντας ὅτι ἔτσι θὰ ἀποτρέψωμε τὰ ἐπικείμενα δεινά (PG 57 78).
Ἂς ξεπεράσωμε λοιπὸν τὰ ὅρια τῶν ἀτομικῶν μας αἰτημάτων καὶ ἂς παρακαλέσωμε θερμὰ τὸν Κύριο νὰ μᾶς δώσει τὴν Εἰρήνη Του· νὰ καταστείλει τὰ ἔργα τοῦ σκότους στὸν πλανήτη μας, τοὺς πολέμους, τὴν βία, τὴν ἔνδεια, τὴν ἐκμετάλλευση μεταξὺ συναθρώπων· ἂς δεηθοῦμε νὰ χαρίζει καὶ στὴν κτίση καιροὺς εἰρηνικοὺς καὶ εὐκράτους. Ἀδελφοὶ μου, σᾶς καλῶ, συνδυάζοντας τὴν ἀκλόνητη πίστη μας μὲ τὴ δύναμη τῆς προσευχῆς (πρβλ. Ματθ κα΄,21-22), γονυκλινεῖς νὰ ἱκετεύσωμε τὸν Ἄρχοντα τῆς Εἰρήνης, τὸν φυγόντα νυκτὸς εἰς Αἴγυπτον, γιὰ τὴν κατάπαυση τῶν πολεμικῶν ἐπιχειρήσεων στὴ Οὐκρανία καὶ στὴ Συρία καὶ ἀλλαχοῦ, ὥστε νὰ παραμείνουν ἀνεπιβούλευτοι ἀπὸ παντοίους ἐχθροὺς οἱ Χριστιανοὶ ἀδελφοί μας στὶς ἱστορικὲς πατρογονικὲς ἑστίες των, διαβιοῦντες καὶ προκόπτοντες ἐκεῖ.
Προσευχόμενος γιὰ τὴν κατὰ Θεὸν προκοπὴ καὶ τὴν σωτηρία ὅλων, εὔχομαι ἐγκαρδίως νὰ γιορτάσετε εὐλογημένα Χριστούγεννα καὶ νὰ διέλθετε τὸ νέο σωτήριο ἔτος 2025 μὲ ὑγεία, εὐφροσύνη καὶ ὅλες τὶς θεῖες δωρεές, μὲ ἔμπρακτη ἀγάπη γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπο, ὑπὸ τὴν σκέπη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν Ἁγίων. Ἀμήν.


Μὲ πατρικὴ ἀγάπη καὶ ὁλόθερμες εὐχές
Ὁ Μητροπολίτης σας

† Ὁ Αὐστρίας καὶ Ἔξαρχος Οὑγγαρίας Ἀρσένιος

Ἐγώ εἰμι τὸ Φῶς τοῦ κόσμου ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ ἀλλ᾽ ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς»  (Ἰω η΄, 12)

Ὁμιλία
τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αὐστρίας Ὑπερτίμου καὶ Ἐξάρχου Οὑγγαρίας 
καὶ Μεσευρώπης κ. κ. Ἀρσενίου στὴν
11η Συνάντηση Πανορθοδόξου Νεολαίας
5η Ὀκτωβρίου 2024

Εἰσαγωγικά

Εἶναι γεγονὸς ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς κατὰ τὴν διάρκεια τῆς τριετοῦς δημοσίας δράσεώς Του παρουσίασε ποικιλοτρόπως τὸν ἑαυτό Του στὶς διάφορες ὁμάδες τῶν Ἰουδαίων, τόσο αὐτῶν ποὺ Τὸν ἀκολουθοῦσαν γιατὶ πίστευαν σ΄Αὐτόν, ὅσο καὶ ἐκείνων οἱ ὁποῖοι προσήρχοντο γιὰ νὰ ἀκούσουν τὸ κήρυγμά Του, μᾶλλον ἀπὸ περιέργεια παρὰ ἀπὸ ἐνδιαφέρον, προσπαθῶντας νὰ παγιδεύσουν «Αὐτὸν ἐν λόγῳ» [1]. Ὁ Κύριος εἶναι  «ἡ Ἀνάστασις καὶ ἡ Ζωή»[2], «ἡ Ὁδός καὶ ἡ Ἀλήθεια»[3], εἶναι «ἡ ἄμπελος»[4] καὶ «ἡ θύρα»[5]. Στὸ ὄγδοο κεφάλαιο τοῦ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγελίου ὁ ἴδιος λέγει : «ἐγώ εἰμι τὸ Φῶς τοῦ κόσμου», ὅποιος μὲ ἀκολουθήσει «οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ» ἀλλὰ θὰ ἔχει τὸ φῶς τῆς ζωῆς[6]. Σὲ αὐτὴν τὴν ἀναφορὰ θὰ ἐπικεντρωθεῖ ὁ λόγος.

Τὸ νὰ ὁμιλεῖ κανεὶς περὶ τοῦ Θεοῦ εἶναι πρᾶγμα δύσκολο! Πῶς ἐμεῖς δυνάμεθα νὰ περιγράψωμε τὸν Ἀπερίγραπτο; Πῶς ἐμεῖς δυνάμεθα νὰ ὁμιλήσωμε περὶ Αὐτοῦ τοῦ ὁποίου τὸ μέγεθος καὶ τὸ μεγαλεῖο ὑπερβαίνει κάθε μορφὴ ἱεροῦ ἀντικειμένου, προσώπου ἢ πράγματος; Μαζὶ μὲ τὸ μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ ἀποκαλύπτεται συνάμα ἡ ἀδυναμία ἢ ἀκόμα καὶ ἡ μηδαμινότητα τοῦ πλάσματος τὸ ὁποῖο καλεῖται νὰ περιγράψει καὶ νὰ ὁμιλήσει περὶ τοῦ δημιουργοῦ καὶ πλάστη Θεοῦ. Ἄλλωστε, προϋπόθεση της προσεγγίσεως τοῦ ἀπρόσιτου καὶ ἀκατάληπτου Θεοῦ εἶναι ἡ ἀ-γνωσία, ἡ γνώση δηλαδὴ τῆς ἀδυναμίας μας νὰ προσεγγίσωμε καὶ νὰ γνωρίσωμε τὸν Θεὸ διὰ τῆς νοητικῆς ὁδοῦ. Μπροστὰ σ΄αὐτὴν τὴν πρόκληση λοιπὸν καλοῦμε τὸν Κύριο μας, ποὺ εἶναι τὸ Φῶς τὸ ἀληθινό, «τὸ φωτίζον καὶ ἁγιάζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον»[7] νὰ φωτίσει καὶ τὸ δικό μας σκοτάδι καὶ νὰ ἔλθει ἀρωγὸς στὴν προσπάθεια αὐτή, ἔτσι ὥστε ὅλα ὅσα ἀναφερθοῦν ἐδῶ νὰ ἀποβοῦν πρὸς πνευματικὴν οἰκοδομὴ καὶ πρόοδο ὅλων μας.

Φῶς : ἡ ἔννοια τῆς λέξεως  

Τὸ «φῶς» εἶναι τὸ αἴτιο ποὺ διεγείρει τὸ αἰσθητήριο τῆς ὁράσεως[8]. Δηλώνει κυριολεκτικῶς τὴν παροχὴ φωτὸς ὑλικοῦ, φυσικοῦ ἢ τεχνητοῦ ἀπὸ διάφορες φυσικὲς ἢ τεχνητὲς φωτιστικὲς πηγές, ὅπως ἀντιστοίχως ὁ ἥλιος ἢ ἡ σελήνη, τὰ κεριὰ ἢ οἱ λάμπες. Τὸ  «φῶς» ὅμως ὡς ἔννοια συναντᾶται ὄχι μόνον μὲ κυριολεκτικὴ ἀλλὰ καὶ μὲ μεταφορικὴ σημασία. Σὲ συνδυασμὸ με τὸ ρῆμα ποὺ συνοδεύει τὴ λέξη «φῶς» ἀποδίδεται περιφραστικῶς ἡ  ἔννοια τοῦ «γεννῶμαι» (=ἔρχομαι στὸ φῶς), τοῦ «ἀποκαλύπτω» (=φέρνω στὸ φῶς), τοῦ «ἐγκρίνω» (=δίδω τὸ πράσινο φῶς), τοῦ «συμβουλεύομαι» (ζητῶ τὰ φῶτα κάποιου). Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν κυριολεκτικὴ καὶ τὴν μεταφορικὴ σημασία τῆς λέξεως «φῶς», ἐντοπίζεται καὶ συμβολικὴ ἔννοιά της στὴ θεολογία. Μὲ τὴν ἔννοια τοῦ «φωτός» δηλώνεται ὁ φωτισμὸς τῆς διανοίας τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος ἐπέρχεται μέσῳ τῆς ἐνέργειας τοῦ πνευματικοῦ φωτὸς ποὺ παρέχει ἡ Θεία Ἀποκάλυψη.

Τὸ φυσικὸ φῶς ἀποτελεῖ κύριο παράγοντα τῆς ὑπάρξεως τῆς ζωῆς γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ γιὰ ὅλα σχεδὸν τὰ ἔμβια ὄντα. Τὸ γεγονὸς τῆς σπουδαιότητός του γιὰ κάθε ὕπαρξη ἐπὶ τοῦ πλανήτου μας συνδέεται ἄμεσα μὲ τὴν θεοποιὸ ἐνέργεια τῆς ὁποίας εἶναι ἀποτέλεσμα κατὰ τὴν «πρώτη ἡμέρα» τῆς Δημιουργίας τοῦ κόσμου: «καὶ εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτω φῶς· καὶ ἐγένετο φῶς. Καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὸ φῶς, ὅτι καλόν· καὶ διεχώρισεν ὁ Θεὸς ἀνὰ μέσον τοῦ φωτὸς καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ σκότους…»[9]. Ἀπὸ τὸ ἀπόσπασμα τοῦ βιβλίου τῆς Γενέσεως γίνεται ἀντιληπτὸ ὅτι ἡ δημιουργικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ἐκφράζεται διὰ τοῦ Λόγου Του· δι’ Αὐτοῦ ποιεῖ τὰ πάντα. Κατὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο «Εἶπεν [ὁ Θεός] καὶ ἔγινε. Διέταξε καὶ τὸ μέν σκότος ἀπεμακρύνθη, τὸ δὲ φῶς παρήχθη. Καὶ διεχώρισεν ὁ Θεὸς ἀνὰ μέσον τοῦ φωτὸς καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ σκότους…»: ἔδωσε δηλαδὴ χωριστὸ τόπο στὸ καθένα, προσδιόρισε τὸν κατάλληλο χρόνο γιὰ νὰ συμβῆ αὐτὸ καὶ ὀνόμασε τὸ φῶς ἡμέρα καὶ τὸ σκοτάδι νύχτα. Ὅπως τὸ αἰσθητὸ αὐτὸ φῶς ἀπομάκρυνε τὸ σκοτάδι, ἀντιστοίχως καὶ τὸ νοητὸν Φῶς, ὁ Κύριός μας, ἀπομάκρυνε τὸ σκοτάδι τῆς πλάνης καὶ ὁδήγησε τοὺς πλανωμένους στὴν Ἀλήθεια.[10]

Ὁ Θεὸς εἶναι «Φῶς»

Οἱ βιβλικὲς ἀναφορὲς στὸν φωτοδότη Θεό, «στὸ Φῶς», εἶναι πολλές: Κατὰ τὸν ψαλμῳδὸ Δαβίδ, ὁ Θεὸς εἶναι «φῶς καὶ σωτηρία»· ἀπαλλάσσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ κάθε κίνδυνο καὶ τοῦ προσφέρει τὴ λύτρωση[11]. Σὲ ἄλλο Ψαλμὸ ταυτίζεται τὸ φῶς μὲ τὸ ἔνδυμα τοῦ Θεοῦ: «…ντύθηκες λαμπρότητα καὶ μεγαλοπρέπεια. Φόρεσες μανδύα σου τὸ φῶς».[12] Τὸ φῶς καὶ ὅ τι σχετίζεται μὲ αὐτὸ χαρακτηρίζουν τὴν θεϊκὴ παρουσία. Ὁ Προφήτης Ἀβακοὺμ περιγράφει τὴν λάμψη τοῦ Θεοῦ «ὡς τὸ φῶς τοῦ ἡλίου· ἀκτῖνες λαμπερὲς σκορπῶνται  ἀπὸ τὸ χέρι Του, ὅπου εἶναι κρυμμένη ἡ δύναμή Του»[13]. Ὁ οὐράνιος θόλος πάνω στὸν ὁποῖο στηρίζεται ὁ θρόνος Του εἶναι ἀστραφτερὸς ὅπως τὸ κρύσταλλο[14]. Ἄλλοτε πάλι ὁ Θεὸς παρουσιάζεται  περιβαλλόμενος ἀπὸ φωτιά: «ἡ δόξα τοῦ Κυρίου ἦλθε καὶ σκέπασε τὸ ὄρος Σινᾶ. Στὰ μάτια… φαινόταν ὡς φωτιὰ ποὺ λαμπάδιαζε στὴν κορυφὴ τοῦ βουνοῦ»[15]. Ἐκτόξευσε τὶς ἀστραπὲς τῆς καταιγίδος «καὶ βρόντησε ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς ὁ Κύριος…».[16]

Τὸ φῶς τὸ συνδυαζόμενο μὲ τὴν θεϊκὴ παρουσία σχολιάσθηκε ἀπὸ πολλοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας στὰ ἔργα τῶν ὁποίων ἐπιχειρεῖται προσέγγιση καὶ ἑρμηνεία τῶν σχετικῶν χωρίων. Ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος ἐξηγεῖ ὅτι ὁ Θεὸς μόνον ὡς Φῶς μπορεῖ νὰ νοηθεῖ. Εἶναι Φῶς τὸ ὁποῖο φέγγει ἡμέρα καὶ νύχτα ἐντὸς τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδίας τῶν ἀνθρώπων καὶ μεταβάλλει σὲ Φῶς ὅλους ὅσοι φωτίζονται ἀπὸ αὐτό. Ὡς Φῶς ἐφάνη ἐντὸς τοῦ κόσμου καὶ συνανεστράφη μὲ τοὺς ἀνθρώπους καὶ ὡς Φῶς λαμβάνεται ἀπὸ ὅσους ἐπιθυμοῦν νὰ Τὸν λάβουν. Τὸ Φῶς τῆς δόξης Του προπορεύεται ἔμπροσθέν Του καὶ συνοδεύει τὴν ἀποκάλυψη τοῦ Προσώπου Του.[17] Ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁρίζει τὸ Φῶς τοῦ Θεοῦ ὡς «φῶς ἄναρχον, φῶς ἄκτιστον, φῶς ἄφραστον εἰς ἅπαν». [18]

Ὁ κατ΄ἐξοχὴν ἐκπρόσωπος τῆς μυστικῆς Θεολογίας Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς διακρίνει τρία εἴδη φωτός. Πραγματεύεται κατ΄ἀρχὴν τὰ περὶ τοῦ αἰσθητοῦ φωτός, τὸ ὁποῖο ἀντιλαμβανόμεθα μέσῳ τῶν αἰσθήσεων. Ὁμιλεῖ ἐν συνεχείᾳ περὶ τοῦ νοητοῦ ἢ διανοητικοῦ φωτός τῆς «ἐν νοήμασι κειμένης γνώσεως», ἡ ὁποία γίνεται ἀντιληπτὴ μέσῳ τοῦ νοῦ. Ἡ ὅραση καὶ ὁ νοῦς δὲν ἀντιλαμβάνονται λοιπὸν τὸ φῶς κατὰ τὸν αὐτὸ τρόπο, ἀλλὰ σὲ καθένα ἀπὸ αὐτὰ ἡ ἀντίληψη ἐνεργεῖται κατὰ τὴν ἰδίαν φύση καὶ ἐντὸς τῶν κατὰ φύση συνθηκῶν. 

Κατὰ τρίτον, Φῶς εἶναι τὸ Θεῖο Φῶς τὸ ὁποῖο δὲν εἶναι οὔτε αἰσθητό, οὔτε νοητό. Τὸ Φῶς αὐτὸ ἀπολαμβάνουν οἱ ἄξιοι, ἐκεῖνοι ποὺ ἀξιώθηκαν νὰ λάβουν πνευματικὴ καὶ ὑπὲρ λόγον χάρη καὶ δύναμη ὥστε μὲ τὴν αἴσθηση καὶ μὲ τὸ νοῦ νὰ βλέπουν ὅσα εἶναι ὑπεράνω αἰσθήσεως καὶ νοήσεως, μὲ τρόπο ποὺ «γνωρίζει μόνο ὁ Θεὸς κι’ ἐκεῖνοι ποὺ δέχονται αὐτὲς τὶς θεῖες ἐνέργειες»[19]. Τὸ Φῶς τοῦ Θεοῦ θεωρεῖται ὡς μία τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν Του, εἶναι δηλαδὴ «ἄκτιστον». Ἀπὸ πολλοὺς ἐκ τῶν ἐκφραστῶν τοῦ κινήματος τοῦ Ἡσυχασμοῦ ταυτίσθηκε μὲ τὸ Φῶς ποὺ παρουσιάσθηκε κατὰ τὴν Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου. Τῆς θέας αὐτοῦ τοῦ Φωτὸς ἠξιώθησαν οἱ δύο Προφῆτες Μωϋσῆς καὶ Ἠλίας καὶ οἱ παρόντες μαθητὲς τοῦ Κυρίου οἱ ὁποῖοι ἀδυνατοῦντες νὰ ἀντέξουν τὸ μέγεθος τῆς ἐλλάμψεως «ἔρριψαν ἑαυτοὺς ἐν τῷ ἐδάφει τῆς γῆς»[20]. Πολλοὶ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας ἀξιώθηκαν τῆς θέας τοῦ «ἀκτίστου Φωτός» καὶ βίωσαν μυστικῷ τῷ τρόπῳ τὴν ἕνωσή τους μὲ τὸν Θεό, μέσῳ τοῦ ἀκτίστου Φωτός. Ὁ ἄνθρωπος ἐξ ἑαυτοῦ δὲν μπορεῖ νὰ δεῖ τὸν Θεό. Μόνον ὅταν ἐπιτρέψει ὁ Θεός, ὁ ἄνθρωπος, γενόμενος κατὰ Χάριν θεός, βλέπει τὸν Θεό[21]. Βλέπει τὸ Φῶς μόνον ὅταν εἶναι μέσα στὸ ἄκτιστο Φῶς, ἐφ’ ὅσον ὑπάρχει μέσα στὸ Φῶς. Ταυτόχρονα βλέπει καὶ ὅλο τὸ φυσικὸ περιβάλλον γύρω του ὑπὸ τὸ πρίσμα αὐτοῦ τοῦ Φωτός, τὸ ὁποῖο περιλούζει, φωτίζει καὶ διαπερνᾷ τὰ πάντα. 

Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ Δόξα, τὸ Φῶς τοῦ Θεοῦ καὶ εἶναι ἄκτιστος καὶ πανταχοῦ παροῦσα. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως, ἂν καὶ βρίσκεται μέσα σ’ αὐτήν, δὲν μετέχει σ’ αὐτήν. Μετέχει σ’ αὐτὴν μόνον κατὰ τὴν ἐμπειρία τοῦ φωτισμοῦ ἢ τῆς θεώσεως. Ἡ Δόξα τοῦ Θεοῦ ἀποκαλύπτεται σ΄αὐτὸν ἐὰν πληροῖ τὴν προϋπόθεση τῆς καθαρῆς καρδίας. Ἡ ἔλευση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι ἄλλη παρὰ ἡ ἀποκάλυψη τῆς Δόξης τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο.[22]

Ὁ Τριαδικὸς Θεὸς εἶναι Φῶς: «Φῶς ὁ Πατήρ, Φῶς ὁ Λόγος, Φῶς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα», ἀναφέρει τὸ Ἐξαποστειλάριο τῆς ἑορτῆς τῆς Πεντηκοστῆς˙ Ὁ βεβαρυμένος ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ἄνθρωπος, ὁ εὑρισκόμενος «ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου»  ἀπεστερεῖτο  τὸ Φῶς τὸ ὁποῖο ἀκτινοβολεῖ τὴν ἁγιότητα καὶ τὴν Ἀλήθεια.[23]Τὴν ἀποστέρηση τῆς ἁγιότητος καὶ τοῦ θείου Φωτὸς ἀπεκατέστησε ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος, κατὰ τὸν Μ. Ἀθανάσιο, «ἐνηνθρώπησεν ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν».[24] Ὁ Θεὸς Λόγος, Φῶς καὶ αὐτός, ἔγινε τὸ ἐκ Φωτὸς Φῶς τὸ ὁποῖο ἔλαμψε στὸν κόσμο γιὰ νὰ τοῦ χαρίσει τὴν Σωτηρία.

Χριστός, τὸ Φῶς τοῦ κόσμου

Ὅπως ἀναφέρθηκε, ὁ Κύριος εἶπε «Ἐγώ εἰμι τὸ Φῶς τοῦ κόσμου», γιὰ νὰ δηλώσει ὅτι εἶναι τὸ Φῶς ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ὄντως Ζωή, στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Μᾶς εἶπε ἐπίσης «γώ εμι  θύρα· δι' ἐμοῦ ἐάν τις εἰσέλθῃ, σωθήσεται»[25] καθὼς καὶ «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή»[26] καὶ ὅτι Ἐκεῖνος εἶναι «... ἡνάστασις καὶ ἡ ζωή».[27] Συνδυάζοντας τὶς ρήσεις τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μποροῦμε ἀνθρωπίνως νὰ διατυπώσωμε τὴν ἑξῆς ἰσότητα : Χριστός = «Φῶς» = «Ὁδός» = «Θύρα» = «Ἀλήθεια» = «Ἀνάσταση» = «Ζωή». Ἀπὸ τὴν παραπάνω σχέση συμπεραίνομε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὅλα τὰ παραπάνω καὶ ἀντιστοίχως κάθε θεῖος χαρακτηρισμὸς εἶναι Χριστός. Μὲ τὴν πεποίθηση αὐτὴ ζεῖ καὶ κινεῖται ὁ Χριστιανός, καθὼς κάθε μία ἀπὸ τὶς παραπάνω ἔννοιες συμβάλλει στὴν ἐν Χριστῷ ὁλοκλήρωσή του, ἤτοι στὴν Σωτηρία του. 

Ἡ αὐτοσυνειδησία τοῦ Ἰησοῦ ὡς «Φωτός» ἀπορρέει ἀπὸ τὴν θεϊκή του ἰδιότητα. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι Ζωὴ καὶ Φῶς τῶν ἀνθρώπων. Τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο ἀρχίζει μὲ τὴν διαβεβαίωση : «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος… Ἐν αὐτῷ ζωὴ ἦν, καὶ ἡ ζωὴ ἦν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων. Καὶ τὸ φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει, καὶ ἡ σκοτία αὐτὸ οὐ κατέλαβεν».[28] Δηλαδή «Στὴν ἀρχὴ τῆς πνευματικῆς καὶ ὑλικῆς δημιουργίας ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ ὑπῆρχε. Καὶ ὁ Λόγος ἦταν πάντοτε ἀχώριστος ἀπὸ τὸν Θεό, κοντὰ σ΄ Αὐτόν· καὶ ὁ Λόγος ἦταν Θεὸς ἀπειροτέλειος, ὅπως ὁ Πατέρας καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα… Σ΄ Αὐτὸν ὑπῆρχε ζωὴ καὶ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ἦταν καὶ εἶναι ἡ ζωὴ καὶ τὸ φῶς. Καὶ τὸ φῶς λάμπει μέσα στὸ σκοτάδι καὶ τὸ σκοτάδι δὲν μπόρεσε ποτὲ νὰ τὸ ἐπισκιάσει».

Στὸ παραπάνω χωρίο ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης χρησιμοποιεῖ τὸ ἀντιθετικὸ σχῆμα φῶς – σκοτάδι. Τὸ αὐτὸ σχῆμα χρησιμοποιεῖ ὁ Κύριος καὶ σὲ ἄλλα χωρία.[29]  Ἀρχίζει ὁ Ἰωάννης μὲ ἀναφορὰ στὴν δύναμη τοῦ φωτός, τὸ ὁποῖο κανεὶς δὲν δύναται νὰ ἐξουδετερώσει ἐξαιτίας τῆς ἰσχύος καὶ τῆς λαμπρότητός του. Στὸ ὄγδοο κεφάλαιο (η΄, 12) ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ Κυρίου ἀκούγεται ἡ διαβεβαίωση : «Ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ' ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς», δηλαδή ἐκεῖνος ποὺ θὰ Τὸν ἀκολουθήσει, ποὺ θὰ Τὸν πιστέψει, ποὺ θὰ ποιήσει τὸ θέλημά Του δὲν θὰ περπατήσει ποτὲ στὸ σκοτάδι, δὲν κινδυνεύει ἀπὸ τὸ σκοτάδι διότι θὰ ἔχει πάντοτε μαζί του τὸ θεϊκὸ Φῶς. Προϋπόθεση τοῦ κατὰ Θεὸν φωτισμοῦ εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἀποδοχὴ τοῦ θελήματός Του.

Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ Φῶς γιὰ τὸν κόσμο[30]. Ἡ ἰδιότητά Του αὐτὴ ἀπορρέει ἀπὸ τὸ ὅτι ὁ ἴδιος εἶναι Θεός. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ ἀληθινὸ Φῶς ποὺ φωτίζει κάθε νεογέννητο ἄνθρωπο. Ὁπως τὸ φυσικὸ φῶς εἶναι πηγὴ ζωῆς γιὰ τὰ ἔμβια ὄντα, ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς εἶναι «τὸ ἀληθινὸν Φῶς», ἡ πηγὴ ποὺ μεταδίδει τὴ ζωὴ καὶ φωτίζει κάθε λογικὴ ὕπαρξη. Αὐτὸ θέλει νὰ μεταφέρει καὶ ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος ἀποδίδοντας τὴν βασικὴ αὐτὴ ἀλήθεια τῆς Πίστεως μὲ τοὺς ἑξῆς λόγους: «Τὸ ἀληθινὸν Φῶς ἐπεφάνη καὶ πᾶσι τὸν φωτισμὸν δωρεῖται»[31]. Ὁ Χριστὸς ἦλθε στὴ γῆ γιὰ νὰ γίνει φῶς τοῦ κόσμου ὅλου, γιὰ νὰ σωθοῦν ὄχι μόνον μερικοί, ἀλλὰ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι.

Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας σημειώνει ὅτι ὁ Χριστὸς αὐτοαποκαλεῖται Φῶς «ὄχι ξεχωριστὰ ἀπὸ τὸν Ἰσραήλ». Στὸ ἴδιο πλαίσιο ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος συμπληρώνει « Φῶς ὄχι μόνον τῆς Γαλιλαίας, οὔτε τῆς Παλαιστίνης, οὔτε τῆς Ἰουδαίας», περιοχὲς τὶς ὁποῖες γνώριζε καὶ περιῆλθε ὁ Κύριος κατὰ τὴν δημόσια δράση Του, ἀλλὰ ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου. Ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἱερὸς Θεοφύλακτος, ὁ Χριστὸς δὲν εἶπε ὅτι «σ΄  ἐμένα ὑπάρχει φῶς, ἀλλὰ ἐγὼ εἶμαι τὸ Φῶς. Ἔτσι, ἀναδεικνύοντας τὸν Ἑαυτό Του ὡς Φῶς τοῦ κόσμου, ὁ Χριστὸς ἐμφανίζεται στοὺς Ἰσραηλίτες ὡς Θεὸς καὶ Μεσσίας, καθὼς αὐτοὶ φρονοῦσαν ὅτι ὁ Θεὸς ἦταν τὸ φῶς τους. Εἶναι ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας, τὸ φῶς ποὺ θὰ φωτίσει τὰ ἔθνη, τὸ «φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν»[32]. Κατὰ τὸν Μέγα Βασίλειο, ὁ Κύριος φανερώνει ὅτι ἡ δόξα τῆς θεότητος εἶναι ἀπρόσιτη καὶ ὅτι μὲ τὴν λαμπρότητα τῆς γνώσεως φωτίζει ὅσους ἔχουν καθαρίσει τὸν ὀφθαλμὸ τῆς ψυχῆς.[33] Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν θεία αὐτοσυνειδησία καὶ τὴν θεϊκὴ προέλευση δηλώνει καὶ τὸ «ἐγὼ εἰμί» φράση ποὺ χρησιμοποιεῖται ἐπανειλημμένως στὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο.[34]

Ὅπως ἀναφέρθηκε τὸ φῶς ἀντιπαραβάλλεται μὲ τὸ σκοτάδι. Ὁ ἄνθρωπος, καθὼς βρίσκεται ἀνάμεσα στὸ φῶς καὶ τὸ σκοτάδι, πρέπει νὰ ἐπιλέξει τὸν δρόμο του. Ὁ Χριστός προτρέπει τοὺς ἀκροατές Του ἀλλὰ καὶ τὸν καθένα ἀπὸ ἐμᾶς: «Ἕως τὸ Φῶς ἔχετε, πιστεύετε εἰς τὸ Φῶς, ἵνα υἱοὶ φωτὸς γένησθε».[35] Πολλές φορὲς ὅμως οἱ ἄνθρωποι  ἐπιλέγουν, δυστυχῶς μὲ ἐπιμονή, νὰ παραμένουν στὸ σκοτάδι. Τὴν ἀλήθεια αὐτὴ διετύπωσε ὁ Χριστὸς λέγοντας «τὸ Φῶς ἐλήλυθεν εἰς τὸν κόσμον, καὶ ἠγάπησαν οἱ ἄνθρωποι μᾶλλον τὸ σκότος ἢ τὸ Φῶς»[36].

Ποιός ἀγαπᾷ τὸ σκοτάδι; Καὶ πῶς ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ γίνει υἱός Φωτός; «Πᾶς γὰρ ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τὸ Φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται πρὸς τὸ Φῶς, ἵνα μὴ ἐλεγχθῇ τὰ ἔργα αὐτοῦ· ὁ δὲ ποιῶν τὴν ἀλήθειαν ἔρχεται πρὸς τὸ Φῶς, ἵνα φανερωθῇ αὐτοῦ τὰ ἔργα, ὅτι ἐν Θεῷ ἐστιν εἰργασμένα».[37] Ὅποιος δηλαδὴ πράττει τὰ φαῦλα μισεῖ τὸ Φῶς καὶ δὲν ἔρχεται στὸ Φῶς, διότι φοβᾶται μήπως ἀποκαλυφθοῦν τὰ ἔργα του καὶ κριθεῖ. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ πράττει σύμφωνα μὲ τὴν ἀλήθεια καὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἔρχεται στὸ Φῶς καὶ ἀποδεικνύεται ὅτι οἱ πράξεις του ἔχουν γίνει ἀπὸ ὑπακοὴ στὸ Θεό.

Ὁ Χριστιανὸς εἶναι φῶς στὸν κόσμο

Ὁ Χριστὸς δίδει τὴν ἐντολὴ στοὺς μαθητές Του νὰ εἶναι λυχνάρια καὶ φωστῆρες καὶ νὰ ξεχωρίζουν μὲ τὴ ζωή των ἐντὸς τοῦ κόσμου τούτου. Ἡ προτροπὴ ἰσχύει καὶ γιὰ ἐμᾶς τὰ παιδιὰ τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν ἐπιστολή του πρὸς τοὺς Φιλιππησίους γράφει πρὸς τοὺς πιστούς: «ἵνα γένησθε ἄμεμπτοι καὶ ἀκέραιοι, τέκνα Θεοῦ ἀμώμητα ἐν μέσῳ γενεᾶς σκολιᾶς καὶ διεστραμμένης, ἐν οἷς φαίνεσθε ὡς φωστῆρες ἐν κόσμῳ»[38] δηλαδή νὰ γίνουν ἄψογοι καὶ ὁλοκληρωμένοι, παιδιὰ Θεοῦ ἁγνά, ἀστέρια ποὺ θὰ λάμπουν στὸν κόσμο. Κανένας δὲν πρέπει νὰ παραμείνει στὸ σκοτάδι γιατὶ ἦλθε στὸν κόσμο τὸ Φῶς, ὁ Χριστός˙ «ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα καὶ τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς».[39]Πῶς εἶναι δυνατὸν ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀδιαφορήσει μπροστὰ σ΄ αὐτὴν τὴν αλήθεια; Τὸ Φῶς εἶναι ἡ ταυτότητα τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖνος εἶναι ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, ποὺ ἦλθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ διαλύσει τὰ σκοτάδια τῆς ἀγνωσίας, νὰ ἐξαφανίσει τὸν ζόφο τοῦ μίσους, να ἐξολοθρεύσει τὴν καταχνιὰ τῆς κακίας. Ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, ἡ δικαίωση μέσῳ τοῦ Χριστοῦ, ἡ νίκη κατὰ τῆς διεφθαρμένης φύσεώς μας, ἡ προστασία καὶ καθοδήγηση ἀνάμεσα στὶς δυσκολίες καὶ τοὺς πνευματικοὺς κινδύνους, ἡ παρηγορία στὶς θλίψεις, ὁ θρίαμβος κατὰ τοῦ θανάτου ἀποτελοῦν τὴν κληρονομία τῶν ἀκολούθων τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ὡς Φῶς ἀνέτειλε γιὰ μᾶς.

«Ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. Ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός»[40] παραγγέλλει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πρὸς τοὺς Ρωμαίους. Νύκτα καὶ σκότος ὑποδηλώνουν τὴν ἁμαρτία, ἀπὸ τὴν ὁποία καλεῖται νὰ ἀποκοπεῖ ὁ ἄνθρωπος. Ἡμέρα καὶ φῶς ὑποδηλώνουν τὴν ἀρετή, τὴν ὁποία καλεῖται νὰ κατακτήσει ὁ ἐν Χριστῷ ἀναμορφωμένος ἄνθρωπος καὶ νὰ ζήσει τὸν μέλλοντα βίο. Ὅπως τὸ φυσικὸ φῶς, ὅταν φωτίζει, γίνεται ὁρατὸ σὲ ὅλους, ἔτσι καὶ ὁ ἀληθινὸς Χριστιανὸς μὲ τὴ ζωή του γίνεται ὑπόδειγμα γιὰ ὅλους. Κατὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο,  ὅταν οἱ Χριστιανοὶ γίνουν «λύχνοι ἐπὶ τὴν λυχνίαν λάμποντες πᾶσι»[41], τότε οἱ ἄνθρωποι βλέποντας τὰ καλά των ἔργα θὰ δοξάζουν τὸν Θεό. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος γίνεται λυχνάρι γιὰ τὸν κόσμο ἐφαρμόζει τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ πρὸς τοὺς μαθητές Του, «Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς»[42], καὶ γίνεται αἰτία δοξολογίας τοῦ Θεοῦ.

Τί σημαίνει ἀκολουθῶ τὸν Χριστό; Σημαίνει ὅτι προσκολλῶμαι σὲ Αὐτὸν μὲ πλήρη ἐμπιστοσύνη καὶ ἐλπίδα· ποιῶ τὸ θέλημά Του καὶ ὑποτάσσω τὸ δικό μου θέλημα στὸ δικό Του· συμμετέχω στὰ πάθηματά Του, συμπάσχω μὲ Αὐτόν, κοινωνῶ μαζί Του.

Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ ἀληθινὸ Φῶς ποὺ ὁδηγεῖ στὴν Σωτηρία. Tὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἄδυτο, ὁ ἴδιος εἶναι προβολεὺς, ποὺ φωτίζει καὶ καθοδηγεῖ τοὺς ἀνθρώπους. Δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὰ φῶτα ποὺ εὐαγγελίζεται ὁ σύγχρονος κόσμος. Δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ καμία συντήρηση καὶ τεχνικὴ ὑποστήριξη. Δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ  ἐπικαιροποίηση μὲ βάση τὰ σύγχρονα ἐπιστημονικὰ δεδομένα. Τὸ Φῶς αὐτὸ ἀνέτειλε πρὸ τῶν αἰώνων, διατηρεῖται ἄφθαρτο καὶ ἀνόθευτο νῦν καὶ ἀεί. Ἐφόσον πιστεύομε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ Φῶς τοῦ κόσμου καὶ ἡ Ἐκκλησία, τὸ Σῶμα Του, εἶναι ἐξίσου Φῶς. Εἶναι ὁ χῶρος μέσα στὸν ὁποῖο βιώνεται ὁ φωτισμὸς τοῦ Χριστοῦ, ὄχι χαριστικὰ ἢ μαγικά, ἀλλὰ συνειδητὰ καὶ ὀντολογικὰ μὲ τὴν μετοχὴ στὰ Ἱερὰ Μυστήρια τὰ ἀναγεννῶντα καὶ μορφοποιοῦντα τοὺς πιστοὺς, τὰ συνάπτοντα αὐτοὺς ὑπερφυῶς μὲ τὸν Σωτῆρα.                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                      Στὴν Ἐκκλησία, ὑπὸ τὸ θεῖον Φῶς, βιώνεται ἡ προσευχή, ἡ μετάνοια, ἡ ἁγιότης μὲ κοινωνία στὴν ὀρθόδοξη πνευματικότητα καὶ στὰ ἔργα ἀγάπης καὶ ἐλέους.

Αὐτοὶ ποὺ ἀκολουθοῦν τὸ Φῶς, τὸν Χριστό, κατὰ τὸν Ἅγιο Κύριλλο, δὲν θὰ παραμείνουν στὸ σκοτάδι τῆς πλάνης καὶ τῆς ἁμαρτίας, δὲν θὰ στερηθοῦν τὸν φωτισμὸ καὶ τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση πρὸς τὴν ὁδὸ τῆς Ἀληθείας, ἀλλὰ θὰ ζήσουν αἰωνίως, θεατὲς καὶ κοινωνοὶ τοῦ ἀνεσπέρου Φωτός.

Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας Ἀναστάσιος σημειώνει χαρακτηριστικά : «Θὰ τολμούσαμε, λοιπόν, νὰ διατυπώσουμε ὅτι μέσα στὴ συνείδηση τοῦ κάθε ἀνθρώπου ἐνυπάρχει ἕνα φωτόνιο ἀπὸ τὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ, ἔστω καὶ ἂν ἔχει σκοτισθεῖ ἀπὸ τὴν ἄγνοια καὶ τὴν ἀδιαφορία. Κάθε τι εὐγενικὸ καὶ ἀληθινὸ στὴ σκέψη, στὴ συμπεριφορά, στὴ θρησκευτικὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων ἀποτελεῖ ἀνταύγεια ἀπὸ τὸ Φῶς τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ».[43]

Κατακλείδα

Προσεγγίζοντας ἑρμηνευτικὰ τὸ εὐαγγελικό  «Ἐγώ εἰμι τὸ Φῶς τοῦ κόσμου ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ ἀλλ’ ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς» ἐκθέσαμε ὀλίγα περὶ τῆς ἐννοίας τοῦ «Φωτός» στὴ Χριστιανικὴ Γραμματεία καὶ στὴν ὀρθόδοξο θεολογικὴ διανόηση. Ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ ὡς Φωτὸς στὸν κόσμο εἶναι γεγονὸς καθολικό, ἀπὸ κτίσεως κόσμου, ἀφορῶν στὸν κάθε ἄνθρωπο. Ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ ὡς Φωτὸς στὸν κόσμο εἶναι γεγονὸς καθολικό, ἀπὸ κτίσεως κόσμου, ἀφορῶν στὸν κάθε ἄνθρωπο καθὼς ὁ Θεός δίδει τὴν χάρη Του ἁπλόχερα πρὸς πάντας. Ἡ ἀποδοχὴ ὅμως τοῦ Φωτὸς καὶ ἡ ἁγιαστική του δύναμη δὲν ἐξαρτᾶται μόνον ἀπὸ τὸν Θεὸ ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν προσωπικὴ ἐπιλογὴ πορείας καὶ στάσεως τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Ἂν στερεῖται τὸ θεῖο Φῶς, χρειάζεται νὰ ἀναζητήσει ἐντὸς καὶ ἐκτὸς αὐτοῦ τὶς αἰτίες ποὺ τὸν καθηλώνουν στὸ σκότος καὶ τὸν ἐμποδίζουν νὰ ἔχει τὴν ἐμπειρία τῆς κοινωνίας μὲ τὸν Κύριο καὶ Δημιουργό του.[44] Ἡ ἄρνηση ὅμως τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ σὲ κάθε στιγμὴ τῆς ζωῆς του τὸν ὁδηγεῖ κατ΄ἀνάγκη σὲ ἀπόρριψη τῆς ἐλπίδος τῆς ἐν Χριστῷ Σωτηρίας, σὲ ἀπαξίωση τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ τῶν ἄλλων συνανθρώπων τῶν ἐγγὺς καὶ τῶν μακράν, μὲ ὀλέθρια ἀποτελέσματα γιὰ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα. Ἔτσι ἐξηγοῦνται οἱ ἀδικίες οἱ πόλεμοι, ἡ φτώχεια, ἡ ἀνασφάλεια καὶ ὅλες οἱ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες ταλαιπωρίες τῶν βροτῶν.  

Στὴν καθημερινὴ Δοξολογία πρὸς τὸν Κύριο καὶ Σωτῆρα ὁ προσευχόμενος πιστὸς ὁμολογεῖ: «Ὅτι παρὰ Σοὶ πηγὴ Ζωῆς, ἐν τῷ φωτί Σου ὀψόμεθα Φῶς». Εἴθε τὸ Φῶς τοῦ θεανθρωπίνου προσώπου τοῦ Χριστοῦ νὰ σημειωθεῖ ἐπάνω στὸν κάθε πιστὸ γιὰ νὰ ἀξιωθεῖ  τῆς θεάσεως τοῦ ἀπροσίτου Φωτός.[45] Ὁ σύγχρονος Χριστιανὸς ἔχει  εὐθύνη καὶ ὑποχρέωση ἐκτὸς ἀπὸ τὴν προσωπικὴ ἐπιλογὴ τοῦ δρόμου τοῦ Φωτὸς σὲ κάθε βῆμα τῆς ζωῆς του, νὰ «πορευθεῖ » στὰ ἔθνη[46] καί, μὲ τὸ παράδειγμα καὶ τὸν λόγο του, νὰ «φωτίσει»  τοὺς ἐν τῇ σκοτίᾳ συνανθρώπους, δίδοντας τὴν ἐλπίδα τῆς ἐν Χριστῷ Σωτηρίας καὶ τῆς κληρονομίας τῆς Οὐρανίου Βασιλείας Του. 

 

[1] Μτ  κβ΄,15.

[2] Ἰω ια΄, 25.

[3] Ἰω ιδ΄, 6.

[4] Ἰω ιε΄, 1.

[5] Ἰω ι΄, 9.

[6] Ἰω η΄, 12.

[7] Εὐχὴ α΄ Ὥρας.

[8] Βλ. Γεώργιος Μπαμπινιώτης Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα, 20022, λ.«φως», σ. 1918 και Δ. Δημητράκος, Νέον Λεξικόν, σ. 1290.

[9] Γεν α’, 3-4.

[10] Ἰ. Χρυσόστομος, «Εἰς τὴν Γένεσιν ὁμιλίαι Α΄-Ζ΄», Βιβλιοθήκη Ἑλλήνων Πατέρων καὶ Ἐκκλησιαστικῶν Συγγραφέων (ΒΕΠΕΣ),τ. 41, Ὁμιλία Γ΄, 40-42.

[11] Ψλ κϚ΄, 1.

[12] Ψλ ργ΄, 1-2: «...Ἐξομολόγησιν καὶ μεγαλοπρέπειαν ἐνεδύσω. Ἀναβαλλόμενος φῶς  ὡς ἱμάτιον.».

[13] Ἀβ γ΄, 4.

[14] Ἔξ κδ΄, 10. 

[15] Ἔξ κδ΄, 16-17 καὶ 19, 18.

[16] Ψλ ιζ΄, 14-15.

[17] PG 120, 660 Β· 661C. (κ.105 – 106).

[18]Πρβλ. Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος, «Λόγος Η΄ Περὶ Θεολογίας», 290.

[19] Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, «Προς τη σεμνοτάτη μοναχή Ξένη», Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν, Μεταφρασμένη στη νεοελληνική γλώσσα,τ. Δ΄, Θεσσαλονίκη, 1986, (ἄνευ σελίδων).

[20] Δοξαστικὸν Ἑσπερινοῦ τῆς Μεταμορφώσεως. Κατὰ τὴν εὐαγγελικὴ περιγραφὴ ἡ φωτεινότης τῆς νεφέλης συνδυάζεται μὲ τὴν ἐξ αὐτῆς φωνὴ τὴν ὁποία ἤκουσαν οἱ Μαθητὲς καὶ ἔπεσαν ἐπὶ τοῦ ἐδάφους: «...ἰδοὺ νεφέλη φωτεινὴ ἐπεσκίασεν αὐτούς, καὶ ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῆς νεφέλης λέγουσα· Οὗτός ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα· Αὐτοῦ ἀκούετε. Καὶ ἀκούσαντες οἱ μαθηταὶ ἔπεσον ἐπὶ πρόσωπον αὐτῶν καὶ ἐφοβήθησαν σφόδρα» (Μτθ ιζ΄6)

[21] Ψλ 35, 10.

[22] Βλ. Ἰωάννης Ρωμανίδης, «Περὶ Θεώσεως», Πατερικὴ Θεολογία, (Κείμενο των απομαγνητοφωνημένων παραδόσεων, επ' αμφιθεάτρω, της Ορθοδόξου Πατερικής Δογματικής διδασκαλίας του μακαριστού καθηγητού πρωτοπρεσβυτέρου Ιωάννου Σ. Ρωμανίδου στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης κατά την διδακτική περίοδο του Α΄ εξαμήνου του έτους 1983.-Πρόλογος: Γεώργιος Δ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ, Επιμέλεια: Μοναχός Δαμασκηνός Αγιορείτης), Εκδόσεις Παρακαταθήκη, Αύγουστος 2004,157

[23] Μτ  δ΄, 16.                                                     

[24] PG 25, 97C.

[25] Ἰω ι΄ 7-9.

[26] Ἰω ιδ΄ 6.

[27] Ἰω ια΄ 25.

[28] Ἰω α΄ 4-5.

[29] Βλ. Ἰω η΄, 12

[30] Ἰω θ΄ 5.

[31] Στιχηρὸν Αἴνων Θεοφανείων.

[32] Λκ β΄, 32.

[33] Πρβλ. Παναγιώτης Τρεμπέλας, Ἑρμηνεία εἰς τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιον, Σχόλια στὸ η΄12.

[34] E. Schweizer, «Ego Eimi», Vandenhoeck & Ruprecht, Göttingen 19652, σ. 108, 138, 167.

[35] Ἰω ιβ΄, 36.

[36] Ἰω γ΄, 20.

[37] Ἰω γ΄, 21.

[38] Φιλ β΄, 15.

[39] Μτ ε΄, 16.

[40] Ρωμ ιγ΄, 12.

[41] PG 36, 412C: «...φωτίσωμεν ἑαυτοὺς φῶς γνώσεως·...ἵνα τά τε ἄλλα καὶ τοῦτο μάθωμεν τί μὲν τὸ ἀληθινὸν φῶς, τί δὲ τὸψευδόμενον...Γενώμεθα φῶς, ὥσπερ...γενώμεθα φωστῆρες ἐν κόσμῳ, λόγον ζωῆς ἐπέχοντες. Λαβώμεθα θεότητος, λαβώμεθα τοῦ πρώτου καὶ ἀκραιφνεστάτου Φωτός... ».

[42] Μτ δ΄, 16.

[43] Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας Ἀναστάσιος, «Ο Χριστός, το Φως του κόσμου», Η Καθημερινή, 25-12-2009.

[44] Βλ. Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος, «Ὁ κόσμος ὡς «κόσμος» στὸ Δ΄ Εὐαγγέλιο», Δελτίο Βιβλικῶν Μελετῶν, τ. 20 (2001), σσ. 16-17.

[45] Εὐχὴ α΄ Ὥρας,βλ. σημ. 7.

[46] Μτθ κη΄, 19.

Δήλωση τοῦ Σεβασμιωτάτου γιὰ τὶς φυσικὲς καταστροφὲς στὴν Αὐστρία τὸ Σεπτέμβριο τοῦ 2024

Μὲ θλίψη καὶ πόνο ψυχῆς παρακολουθοῦμε τὴν ἐξέλιξη τῶν προκληθεισῶν ἀπὸ ἀκραῖα φυσικὰ φαινόμενα πλημμυρῶν στὴν Αὐστρία καὶ ἰδιαίτερα στὶς παραδουνάβιες περιοχές. Συμμεριζόμεθα τὴν ἀγωνία καὶ τὶς δυσκολίες ποὺ ἀντιμετωπίζουν χιλιάδες ἀδελφοί μας ἀναγκασμένοι νὰ ἀντιμετωπίσουν ἄμεσα πρωτόγνωρες καταστροφὲς καὶ κινδύνους καὶ συμμετέχομε εἰλικρινὰ στὶς μέριμνες γιὰ ἀποκατάσταση τόσο τῶν ὑλικῶν ζημιῶν ὅσο καὶ τῆς ταραγμένης ψυχικῆς ἠρεμίας τῶν πληγέντων καὶ ὅλων ἐκείνων ποὺ τοὺς συμπαρίστανται ἄμεσα. Ἱδιαίτερα ἐπαινετὲς εἶναι οἱ ἀξιοθαύμαστες προσπάθειες τῶν σωστικῶν συνεργείων, τῆς Πυροσβεστικῆς Ὑπηρεσίας καὶ ὅλων τῶν ἐπαγγελματιῶν καὶ τῶν ἐθελοντῶν ποὺ συνδράμουν ἠθικὰ καὶ ὑλικὰ αὐτὲς τὶς κρίσιμες ὧρες τοὺς ἐμπεριστἀτους συμπολίτες μας καὶ φροντίζουν γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῶν ὑλικῶν ζημιῶν. Θερμῶς παρακαλοῦμε τὸν Παντοδύναμο Τριαδικὸ Θεὸ νὰ δείξει τὴν φιλανθρωπία Του, νὰ καταπαύσει τὴν μανιώδη δύναμη τῶν φυσικῶν στοιχείων, νὰ παραμυθήσει τοὺς πάσχοντες καὶ νὰ ἐνισχύσει κάθε ἀνθρωπίνη δράση καὶ ἐνέργεια ὑπὲρ αὐτῶν. Ἀπευθύνομε πρὸς τοῦτο ἔκκληση πρὸς ὅλους νὰ δείξουν μὲ κάθε τρόπο τὴν συμπαράστασή τους κατὰ τὴν παροῦσα περίπτωση στοὺς δοκιμαζομένους ἀδελφοὺς καὶ νὰ μεριμνοῦν ἀδιάκοπα γιὰ τὴν προστασία τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος.

Previous MonthNext Month
Δεκέμβριος 2025
Κυρ Δευ Τρι Τετ Πεμ Παρ Σαβ
14
Ημερομηνία : 14/12/2025
25
Ημερομηνία : 25/12/2025
28
Ημερομηνία : 28/12/2025

Ἀκολουθίες


Κοινωνικὰ δίκτυα


Facebook

- YouTube

Ἡ συμβολή σας


Μέ τήν ἱστορική γιά τόν Ἑλληνισμό στήν Αὐστρία σημασία καί τή πλούσια δραστηριότητα στό φιλαν-θρωπικό, ἀνθρωπιστικό καί πολιτιστικό ἐπίπεδο, ἡ Μη- τρόπολη Αὐστρίας στρέφε- ται σέ ἐσᾶς ἀναζητώντας ἐνίσχυση στό ἔργο της. 

Ἐνημερωθεῖτε!

Ὁ Θεός νά σᾶς εὐλογεῖ

Legetøj og BørnetøjTurtle
Cookies user preferences
We use cookies to ensure you to get the best experience on our website. If you decline the use of cookies, this website may not function as expected.
Accept all
Decline all
Read more
Analytics
Tools used to analyze the data to measure the effectiveness of a website and to understand how it works.
Google Analytics
Accept
Decline
Save